Με την απουσία του Αλέξη Τσίπρα η συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής. Οι νέες υποψηφιότητες Τζουμάκα, Παππά, το «ίσως» του Πολάκη, η αυτοκριτική Αχτιόγλου και η «αξιόπιστη ταυτότητα» Τσακαλώτου

Μετά την Έφη Αχτσιόγλου και τον Ευκλείδη Τσακαλώτο , που δημοσιοποίησαν τις προηγούμενες μέρες την συμμετοχή τους στην κούρσα της διαδοχής, σήμερα ανακοίνωσαν τις υποψηφιότητες τους κατά τη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής ο Νίκος Παππάς, αλλά και ο Στέφανος Τζουμάκας.

Θολό παρέμεινε το τοπίο με τον Παύλο Πολάκη οποίος όταν ανέβηκε στο βήμα της Κεντρικής Επιτροπής είπε ότι θα είναι υποψήφιος μόνον εάν υιοθετηθεί η πρόταση του για διεξαγωγή συνεδρίου μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές τότε όπως χαρακτηριστικά είπε: «Ναι είναι ανοιχτό για εμένα να θέσω υποψηφιότητα για Πρόεδρος
του κόμματος».

Το «χορό» των υποψηφιοτήτων άνοιξε στην Κεντρική Επιτροπή με επιστολή του στο προεδρείο ο Στέφανος Τζουμάκας, κάνοντας και την έκπληξη.

Ο Στέφανος Τζουμάκας ανέφερε:

«Με βάση την ημερήσια διάταξη και τις προβλεπόμενες διαδικασίες της ΚΕ, σας γνωστοποιώ ότι θα θέτω υποψηφιότητα στην εκλογική διαδικασία για τη θέση του Προέδρου.

Μπορώ να συμβάλλω με γνώση, εμπειρία και εντιμότητα στην αλλαγή πορείας του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ για τη συγκρότηση μιας στρατηγικής Νίκης στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση και την ανασύνταξη του προοδευτικού κινήματος, με στόχο την υλοποίηση της πολιτικής μας υπέρ της χώρας και του ελληνικού λαού.


Οι εξελίξεις για την εκλογή ηγεσίας στο Κόμμα ασκούν επιρροή συνολικά στο δημόσιο βίο και ως ένα βαθμό ενεργοποιούν το ενδιαφέρον των πολιτών ανεξάρτητα από κομματικές εντάξεις.

Με την ηγεσία του Α. Τσίπρα ο Σύριζα ΠΣ καθιερώθηκε στη συνείδηση των πολιτών και αποτέλεσε φορέα αλλαγής, προόδου, φορέα υπεράσπισης των εθνικών και λαϊκών συμφερόντων, φορέα που καθόρισε αποφάσεις και εξελίξεις στη Χώρα και στην ΕΕ, με ιστορική προβολή σε διεθνές επίπεδο.

Σε διεθνές επίπεδο, οξύνεται ο ανταγωνισμός συμφερόντων ανάμεσα στις υπερδυνάμεις ενός νέου, δεύτερου «ψυχρού πολέμου». Η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ δεν διαθέτουν ηγεσίες για θετικές παρεμβάσεις, πέραν του ότι διέρχονται οικονομική δυσπραγία που μεταξύ των άλλων εκφράζεται τόσο από τη κρίση διαβίωσης εκατομμυρίων πολιτών στο Δυτικό κόσμο όσο και επιτείνεται από τη παραγωγική ανάταση των Αναπτυσσόμενων Χωρών.

Η Χώρα μας αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, συνεχιζόμενη, υποβόσκουσα κρίση στην οικονομία, παραγωγική αναιμία, άδικη φορολόγηση και διανομή του παραγόμενου πλούτου, ανεξάρτητα από τις διαχειριστικές επιλογές που προβάλλει η Κυβέρνηση, ως δήθεν λύσεις.

Σε αυτά προστίθεται και η ερήμην της Βουλής καίτοι του ελληνικού λαού προσχώρηση στη λογική των συμβιβασμών που χαρακτηρίζει του κυβερνητικούς σχεδιασμούς στο Αιγαίο και το Κυπριακό, παραβιάζοντας πάγιες εθνικές θέσεις, καθ’ υπόδειξη εξωτερικών παραγόντων.

Σε αυτό το πλαίσιο, το κόμμα μας χρειάζεται ιδεολογική και πολιτική ανασύνταξη, οργανωτική διεύρυνση και νέο σχέδιο δράσεις, με θέσεις και πρωτοβουλίες που θα κινητοποιούν την κοινωνία σε δημιουργική αγωνιστική στάση και σε επιδίωξη λύσεων.

Εμείς χρειαζόμαστε αυτοπροσδιορισμούς, σχέδιο, θέσεις, πρωτοβουλίες και δημιουργία γεγονότων με σκοπό πάντα την δημιουργική αγωνιστική στάση και την επιδίωξη λύσεων.

Χρειαζόμαστε ανασύνταξη πολιτική και δυνάμεις που θα οδηγήσουν ξανά στη διακυβέρνηση. Έχουμε ευθύνη για τη χώρα και τους πολίτες. Ο Α. Τσίπρας προέβη σε γενναία αυτοκριτική. Ιδιαίτερα για τη στρατηγική ήττα της απλής αναλογικής και την ανάγκη ανάκτησης της εμπιστοσύνης και της αξιοπιστίας στη πολιτική των προοδευτικών δυνάμεων.

Αυτή η στάση αρχής αποτελεί υποχρέωση και για όλους όσοι βρίσκονται σε θέση ευθύνης και ιδιαίτερα για τους υποστηρικτές της απλής αναλογικής, της άρνησης της πολιτικής πλειοψηφίας, της εναλλακτικής λύσης και της νίκης, στη λογική της στρατηγικής του δευτέρου κόμματος.

Η κρίση της χώρας είναι δομική: στην οικονομία και στα κέντρα λήψης αποφάσεων σε επίπεδο κράτους, κυβέρνησης και κομμάτων.

Η πραγματική οικονομία που αποτελεί το πρώτο εθνικό θέμα υποκαταστάθηκε τόσο από τη μόνιμη συζήτηση για το έλλειμμα και το χρέος όσο και από πρακτικές Πολιτικού Συνδικαλισμού χωρίς στρατηγικό υπόβαθρο. Και αυτή η μόνιμη πρακτική πρώτα από όλα, λειτούργησε σε βάρος τόσο της χώρας γενικά όσο και του Συνδικαλιστικού κινήματος και των διεκδικήσεων του ειδικότερα. Η κρατικοδίαιτη παρασιτική οικονομία επανήλθε πανευρωπαϊκά και ορισμένοι από το προοδευτικό χώρο δεν έχουν αντιληφθεί ότι χώρες που δεν παράγουν, δεν εξάγουν και δεν φορολογούν θα έχουν ηγεσίες που τις υποκαθιστούν πολιτικά, οι τράπεζες και τα χρηματιστήρια.

Και οι εν λόγω ηγεσίες- μεταξύ των άλλων- θα διεκπεραιώνουν ακόμη και την κατάλυση της έννομης τάξης στο διεθνές δίκαιο και θα βαφτίζουν το δίκαιο της θάλασσας ως γεωπολιτική διαφορά, όπως επιχείρησε ο Πρωθυπουργός προχθές κατ’ επιθυμία της Τουρκικής ηγεσίας.

1. Χρειαζόμαστε άμεσα Εθνική συζήτηση καταρχάς τουλάχιστο για δέκα μεγάλα θέματα στην οικονομία, στις υποδομές και για το ανθρώπινο και επιστημονικό δυναμικό μας. Εθνική συζήτηση με εκπροσώπους όλων των πολιτικών δυνάμεων του δημοκρατικού τόξου και των παραγωγικών τάξεων.

2. Χρειαζόμαστε άμεσα πρωτοβουλίες Εθνικού, Ευρωπαϊκού και Διεθνούς χαρακτήρα γιατί οι διεθνείς εξελίξεις είναι ήδη «εδώ» και οφείλουμε να τις διαμορφώσουμε, είναι στο διπλανό συνοικιακό super market με τα διασυνδεμένα καρτέλ και τα funds των πλειστηριασμών που δεν έχουν ούτε αυτά “Πατρίδα”.

Στο κομματικό πεδίο προέχει να παραμερισθούν οι παρασιτικές δραστηριότητες της υποκατάστασης της πολιτικής και της εσωκομματικής δημοκρατίας από οργανωτικά γκρουπ, τα οποία καθήλωναν την Αριστερά σε μειοψηφικές πολιτικές ήττας και συσπειρώσεων του 7-12 % εδώ και 50 χρόνια, σε αντίθεση με πολιτικές ριζοσπαστικές δυνάμεις που πέτυχαν και εδραίωσαν την αρχή της Πολιτικής πλειοψηφίας.

Επιφυλάσσομαι στο διάλογο και τη γόνιμη ανταλλαγή απόψεων στην πορεία προς την ανάδειξη Προέδρου, εκτός από τις πολιτικές θέσεις μου, να καταθέσω και προτάσεις για αλλαγές στο Καταστατικό, που θα κατοχυρώνουν την εσωκομματική λειτουργία μας με αξίες, αρχές και σεβασμό στη δημοκρατική τάξη και τη δομή που θα επικυρώσει το συνέδριό μας.

Χρειαζόμαστε μεταξύ άλλων:
Ανοικτό, Πολιτικό κόμμα καθώς επίσης και Λαϊκό και Εκλογικό κόμμα. Με πολίτες και αγωνιστές σε ισοτιμία και συμπόρευση. Οι προοδευτικοί πολίτες προτιμούν την απόδοση της δικαιοσύνης και όχι τις εκδικήσεις. Φέτος έχουμε τα 50 χρόνια από την εξέγερση του Νοέμβρη του 73. Κανείς μας δεν ήθελε εκδίκηση. Θέλαμε δίκαιη κρίση και για τους βασανιστές μας και για τους στρατοδίκες μας.

Συνδικαλιστικές παρατάξεις στους χώρους που δρουν οι πολίτες και οι νέοι. Οι Φεουδαλικές πρακτικές ανήκουν στη προκαπιταλιστική περίοδο.

Καταστατικές αλλαγές καθώς και τη θεσμοθέτηση της θέσης του Αντιπροέδρου στο κόμμα.

Τα μπορούμε με ανοιχτές συζητήσεις και κοινές αποφάσεις.
Οι ιδεολόγοι συμμετέχουν και δημιουργούν το Σήμερα και το Αύριο.
Η συντριπτική πλειοψηφία των μελών του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ λειτουργεί με αξίες και αρχές.
Και οι αξίες ασκούνται έμπρακτα.

Η υποψηφιότητα του Νίκου Παππά
«Εκφράζουμε και συσπειρώνουμε όλον τον κόσμο από την αριστερά ως το προοδευτικό κέντρο» τόνισε ο Νίκος Παππάς μιλώντας στην ΚΕ του κόμματος.

Την υποψηφιότητά του για την προεδρία για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κατέθεσε ο Νίκος Παππάς, στη διάρκεια συνεδρίασης της διήμερης Κεντρικής Επιτροπής, όπου καταβάλλονται οι υποψηφιότητες για την ηγεσία του κόμματος και θα αποφασιστεί το χρονοδιάγραμμα και ο οδικός χάρτης για την εκλογή αρχηγού.

«Δε φανταζόμουν ότι θα έρθει η στιγμή που θα σταθώ στο βήμα της κεντρικής του επιτροπής και θα πω αυτές τις λέξεις. Με αίσθημα ευθύνης και ταπεινότητας, λοιπόν, καταθέτω ενώπιον της Κεντρικής Επιτροπής την υποψηφιότητά μου για την προεδρία του κόμματος» ανέφερε χαρακτηριστικά.


Στην ομιλία του ο Νίκος Παππάς αναφέρθηκε στην πρόσφορα του Αλέξη Τσίπρα υπό την ηγεσία του οποίου «το κόμμα, η παράταξη έφτασε να διεκδικεί και να κερδίζει τη διακυβέρνηση. Και πιστώνεται, πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι αξιοποίησε με επάρκεια όλο το πολιτικό και ιδεολογικό οπλοστάσιο του χώρου μας. Στις κατάλληλες στιγμές. Οι οποίες δεν ήταν μία και δύο. Ήταν αλλεπάλληλες» είπε.

Αναφορικά με την ταυτότητα του κόμματος, υπογράμμισε πως «πυξίδα μας είναι η επικαιροποιημένη ταυτότητά μας, όπως περιγράφεται στη διακήρυξή μας. Είναι σαφής και καθόλου θολή. Εκφράζουμε και συσπειρώνουμε όλον τον κόσμο από την αριστερά ως το προοδευτικό κέντρο. Κάθε αναδίπλωσή μας στη «φωλιά» της ριζοσπαστικής αριστεράς και μόνο θα ήταν μεγάλο λάθος. Η περίοδος της απλής αναλογικής έκλεισε. Σε περιβάλλον ενισχυμένης αναλογικής, μόνο παρατάξεις που εκφράζουν ευρύ τόξο δυνάμεων μπορούν να κερδίζουν εκλογές. Αν, λοιπόν, η διακήρυξή μας ήταν μία φορά επίκαιρη όταν τη συνομολογήσαμε, είναι πολλαπλά πιο επίκαιρη τώρα, σε περιβάλλον ενισχυμένης αναλογικής. Αυτή η παράταξη δεν έχει ιδιοκτήτες και ενοικιαστές, έχει ισότιμους αγωνιστές και αγωνίστριες που ο καθένας και η καθεμιά κουβαλά περήφανα στις αποσκευές του, την πορεία και τους αγώνες του για την πρόοδο και τη δημοκρατία στην πατρίδα μας» τόνισε ο Νίκος Παππάς και πρόσθεσε:

«Το βλέμμα μας πρέπει να είναι στραμμένο στην κοινωνία και όχι εντός μας. Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία στο πολιτικό σκηνικό και η χρησιμότητά του για τη χώρα είναι να αποτελεί την εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης.

Είμαστε η μοναδική προοπτική απομάκρυνσης της κυβέρνησης Μητσοτάκη από την εξουσία. Τίποτε λιγότερο δεν αντιστοιχεί στις προσδοκίες των πολιτών που μας ψήφισαν ή θα μας ξαναψηφίσουν, αλλά και κάθε πολίτη που παρακολουθεί με αγωνία τις εξελίξεις, αναζητώντας μια πολιτική διέξοδο»

.
Συνεπώς, υπογράμμισε τους στόχους που θα πρέπει να έχει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ την επόμενη μέρα:

• Να επαναπροσδιορίσουμε τον εαυτό μας ως δύναμη θετικής προοπτικής. Η αριστερά και η δημοκρατική προοδευτική παράταξη πρέπει να ενσωματώνουν και να εκφράζουν τις θετικές προσδοκίες του λαού. Τις προσδοκίες για βελτίωση της ζωής και για κοινωνική κινητικότητα. Η εικόνα του καλού διαπραγματευτή δεν αρκεί για να μας εμπιστευτεί ο ελληνικός λαός ξανά.

• Να πείσουμε, κάτι που δεν έχουμε καταφέρει ως τώρα, ότι πολύ σκληρές μνημονιακές πολιτικές, που μας επιβλήθηκαν, δεν ήταν δικό μας πρόγραμμα.

• Να ξανακερδίσουμε τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους του κέντρου και της κεντροαριστεράς που έκαναν άλλες επιλογές.

• Να ξανακερδίσουμε τη νεολαία που για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια επέλεξε, κατά πλειοψηφία, τη Ν.Δ.

• Να επανασυστήσουμε την εκλογική συμμαχία του 2015 μεταξύ μισθωτών και μεσαίας τάξης, που μας έφερε στην κυβέρνηση.

• Να αποκτήσουμε ακτινοβολία στα συνδικάτα, στην αυτοδιοίκηση, στη μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα.
• Να μιλήσουμε για παραγωγική ανασυγκρότηση και νέο παραγωγικό μοντέλο. Όμως αυτό δεν υπάρχει αν δεν αλλάξει ο τρόπος χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας και δεν αρθεί ο αποκλεισμός των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων από όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία.

Έφη Αχτσιόγλου: «Χρειαζόμαστε έναν ΣΥΡΙΖΑ μεθοδικό, αποτελεσματικό, σύγχρονο»
το εκλογικό αποτέλεσμα και την ανάγκη άμεσης ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αναφέρθηκε στη διάρκεια της ομιλίας της η Έφη Αχτσιόγλου, στη διάρκεια της συνεδρίασης της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος.

«Το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών συνιστά μια τομή, όχι μόνο για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αλλά και για την ελληνική κοινωνία» είπε και αναφέρθηκε στο εκρηκτικό μείγμα αντιθέσεων που έχει προκαλέσει διεθνώς ο νεοφιλελευθερισμός, καθώς «οι πολιτικές και ιδεολογικές μετατοπίσεις στην Ελλάδα δεν αποτελούν εξαίρεση αλλά ακολουθούν τις διεθνείς τάσεις».

Το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών συνιστά μια τομή, όχι μόνο για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αλλά και για την ελληνική κοινωνία.

Η ήττα μας, ωστόσο, δεν ήταν κεραυνός σε ένα αίθριο διεθνές περιβάλλον.

Ζούμε εν μέσω πολλαπλών κρίσεων οικουμενικής εμβέλειας που προκαλούν τεκτονικές αλλαγές. Τα έχουμε περιγράψει σαφώς στο συνέδριο μας.

Υπενθυμίζω:

1. Την επιδεινούμενη κλιματική κρίση.

2. Τις μείζονες οικολογικές καταστροφές.

3. Την άκρως επικίνδυνη επιδείνωση της γεωπολιτικής συνθήκης με τη ρωσική εισβολή και τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία και όσα αυτός επιφέρει στην Ευρώπη.

4. Τη ραγδαία διόγκωση των προσφυγικών-μεταναστευτικών ρευμάτων, όπως τροφοδοτούνται από τους πολέμους, την πείνα και την οικολογική καταστροφή.

Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες φεύγουν από τις χώρες τους όχι επειδή το θέλουν, αλλά απλώς για να σώσουν τη “γυμνή ζωή” τους.

Το διαπιστώσαμε πρόσφατα με το τραγικό ναυάγιο ανοιχτά της Πύλου, με την παγκόσμια κατακραυγή που οδήγησε στη διεθνή πλέον διερεύνηση των όρων της καταστροφής γιατί κανένας δεν εμπιστεύεται το πώς ‘διερευνά’ το ζήτημα η κυβέρνηση της ΝΔ.

Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με την ακραία αύξηση των ανισοτήτων, και την πειθαρχική εξουσία που ασκούν οι αγορές χρήματος στις εθνικές κυβερνήσεις, συγκροτούν ένα εκρηκτικό μείγμα αντιθέσεων που έχει προκαλέσει ο νεοφιλελευθερισμός.

Αντιθέσεις που οξύνονται διαρκώς και που στην παρούσα φάση ενισχύουν το δεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος.


Είναι σε αυτό το διεθνές περιβάλλον, σ’ αυτές τις παγκόσμιας εμβέλειας πολιτικές μετατοπίσεις, που πρέπει να εντάξουμε αναλύσεις, αποτιμήσεις, αλλά και συζήτηση για την ανασυγκρότηση της ευρύτερης, της πληθυντικής αριστεράς.

Διότι οι πολιτικές και ιδεολογικές μετατοπίσεις στην Ελλάδα δεν αποτελούν εξαίρεση αλλά ακολουθούν τις διεθνείς τάσεις.

Αυτή η διαπίστωση δεν αφαιρεί τίποτα από την ευθύνη μας. Κάθε άλλο μάλιστα, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ παρά την ήττα εξακολουθεί να είναι το μεγαλύτερο κόμμα της Αριστεράς και ένα από τα μεγαλύτερα κόμματα του προοδευτικού χώρου στην Ευρώπη.

Είναι λοιπόν πολιτική μας υποχρέωση να πρωταγωνιστήσουμε σε μια αντεπίθεση των αριστερών και προοδευτικών ιδεών.

Να τους ξαναδώσουμε πνοή και να εμπνεύσουμε τη διάθεση πολιτικής συμμετοχής.

Να δώσουμε προοπτική, να πείσουμε για μια ρεαλιστική εναλλακτική.

Προϋπόθεση αυτής της πολιτικής αντεπίθεσης είναι να κατανοήσουμε τα αίτια της πολιτικής μας ήττας. Κάποια από αυτά έχουν ήδη επισημανθεί:

Σε συνθήκες απλής αναλογικής, δεν καταφέραμε να συγκροτήσουμε μια αξιόπιστη πρόταση κυβερνητικής λύσης.
Κι εδώ εδράζεται μια επιπλέον αδυναμία μας. Η αδυναμία μας να κατανοήσουμε στο απαιτούμενο βάθος πόσο σημαντική ήταν στην παρούσα φάση για την ελληνική κοινωνία η κυβερνητική σταθερότητα, που μετατράπηκε σχεδόν σε κοινωνικό αίτημα.

Η πολυφωνία ως προς τις στρατηγικές μας προτεραιότητες που ενίοτε μετατρεπόταν ακόμα και σε κακοφωνία.

Η επικοινωνιακή μας υστέρηση με δεδομένο μάλιστα το εξαιρετικά δυσμενές μιντιακό περιβάλλον.

Και άλλα αίτια που ίσως δεν έχουν συζητηθεί ακόμη, όπως η αδυναμία να αξιοποιήσουμε τη στρατηγική της διεύρυνσης για να μετατρέψουμε το ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ σε ένα κόμμα όχι μόνο μαζικό αλλά ταυτόχρονα συμμετοχικό, παρεμβατικό και χρήσιμο για την κοινωνική πλειοψηφία.

Αντίθετα πολλές φορές η διεύρυνση αξιοποιήθηκε για να χαραχτούν στρεβλές εσωτερικές διαχωριστικές γραμμές, να οικοδομηθούν σκληροί μηχανισμοί εντός του κόμματος.

Η αδυναμία μας να μιλήσουμε θετικά, για τις δυνατότητες που υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία και οικονομία, για την άλλη πολιτική που μπορεί να οδηγήσει με ασφάλεια και με ρεαλιστικούς όρους σ’ ένα καλύτερο μέλλον για όσους δημιουργούν στη χώρα μας.

Η έλλειψη μιας αναγκαίας επάρκειας τεχνικού χαρακτήρα στον πολιτικό και προγραμματικό μας λόγο που θα προσέδιδε και μεγαλύτερο βάθος στο σχέδιό μας.

Κι αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχε σε ατομικό επίπεδο επάρκεια, αλλά δεν αξιοποιήσαμε συλλογικά τις επιμέρους δυνατότητες.

Αυτή η αδρή σκιαγράφηση δεν εξαντλεί σε καμία περίπτωση τις αιτίες της ήττας.

Η συζήτηση για τις αιτίες της ήττας είναι μια συζήτηση που πρέπει να γίνει. Πρέπει όμως να γίνει εν κινήσει.
Διότι η κατανόηση της σημερινής μας συνθήκης οφείλει να συμβαδίσει με την ανασυγκρότηση του κόμματος.
Γνωρίζω πολύ καλά ότι μετά από μια πολιτική ήττα θα υπάρξει μια περίοδος ενδοσκόπησης. Δεν είναι το τέλος του κόσμου. Ίσως είναι και αναγκαίο.

Για να μην βυθιστούμε, όμως, σε μια αέναη διαδικασία παράλληλων μονολόγων αυτοδικαίωσης, και για να τελεσφορήσει η αυτοκριτική και η ανασυγκρότηση είναι αναγκαίο να αποφύγουμε τις ευκολίες.

Θα το πω ευθέως: Μια από τις ευκολίες είναι η αντιπαράθεση, για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ πρέπει να κινηθεί προς τα αριστερά ή προς το Κέντρο. Είναι απλουστευτικό και λανθασμένο ερώτημα.

Νομίζω ότι αυτή η εν πολλοίς στρεβλή αντιπαράθεση που διεξάγεται μάλιστα με αυτούς τους γεωγραφικούς όρους δεν φωτίζει τα ζητήματα στρατηγικής.

Ενώ παράλληλα συγχέει την ταυτότητα με την απεύθυνση.

Και το μόνο στο οποίο τελικά συμβάλλει είναι σε έναν πληθωρισμό πολιτικών ταυτοτήτων, σε μια πλειοδοσία αυτοδικαιωτικών τοποθετήσεων.

Σε μια άγονη σύγκρουση.

Αυτό που έχει σημασία είναι να γεμίσουμε με περιεχόμενο τις έννοιες ώστε αυτές να μην περιφέρονται ως αδειανά πουκάμισα στον δημόσιο διάλογο.

Να δώσουμε προβάδισμα στο περιεχόμενο της πολιτικής.

Και σε ό,τι με αφορά αυτό προσπάθησα να κάνω ως υπουργός εργασίας της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.

Τα πολιτικά μου διαπιστευτήρια τα έδωσα εκεί που έπρεπε, στον κόσμο της εργασίας.

Με όσα μπορέσαμε, εγώ και οι σύντροφοι που δουλεύαμε μαζί, να κάνουμε, με όσα καταφέραμε να υπερασπιστούμε και με πολλά που διεκδικήσαμε απέναντι σε ασύμμετρης ισχύος δυνάμεις.

Και αναρωτιέμαι:
Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα η υπεράσπιση του κόσμου της εργασίας; Με στόχο την αύξηση των μισθών στο μερίδιο του ΑΕΠ, τη ρύθμιση της αγοράς εργασίας και την ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων;

Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης;

Είναι αριστερό ή κεντρώο σήμερα να πρωταγωνιστούμε στο ευρωπαϊκό μέτωπο αριστεράς, πρασίνων, σοσιαλιστών και κοινωνίας των πολιτών που οδήγησε στην πρόσφατη νίκη στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο; Αναφέρομαι στην ψηφοφορία για την αποκατάσταση της φύσης, εκεί που η ΝΔ βρέθηκε ξανά στην λάθος μεριά της ιστορίας, ψηφίζοντας μαζί με το μαύρο μέτωπο της ευρωπαϊκής άκρας δεξιάς.

Είναι αριστερό ή κεντρώο σήμερα να προτάξουμε την ανθρωπιστική διαχείριση του μεταναστευτικού και του προσφυγικού, να υπερασπιζόμαστε τους κανόνες του διεθνούς δικαίου;

Είναι αριστερή ή κεντρώα πολιτική σήμερα να υπερασπιστούμε τον δημόσιο χαρακτήρα των υποδομών, το κοινωνικό κράτος, το δημόσιο πανεπιστήμιο, τα κοινά αγαθά; Όλα τα αγαθά, δηλαδή, όλα τα δημόσια εργαλεία που παράγουν ασφάλεια σε ένα περιβάλλον κρίσεων και αστάθειας.

Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα μια πολιτική που θέτει στο επίκεντρο το θέμα της αναδιανομής, δεν μιλά γενικά και αόριστα για τις ανισότητες, αλλά προτάσσει συγκεκριμένες πολιτικές, ενάντια στη νόμιμη φοροαποφυγή ή την φοροδιαφυγή του ακραίου πλούτου και των κερδών;

Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα μια πολιτική που διεκδικεί την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας ώστε να μην ανοίξει ένας νέος κύκλος λιτότητας στην Ευρώπη; Που διεκδικεί το Σύμφωνο να μην αφορά αυθαίρετους αριθμητικούς κανόνες για το χρέος και το έλλειμμα, αλλά στόχους κοινωνικής συνοχής, για μια προς τα πάνω σύγκλιση; είναι ριζοσπαστικό ή κεντρώο το αίτημα εξαίρεσης από τους όποιους δημοσιονομικούς στόχους των δαπανών για την υγεία ή την πράσινη μετάβαση; Την ώρα μάλιστα που η κυβέρνηση της ΝΔ φαίνεται να έχει ήδη συμφωνήσει σε επαναφορά των πρωτογενών πλεονασμάτων του 2% σαν να μην έχει μεσολαβήσει η κρίση ακρίβειας και η ενεργειακή κρίση;

Είναι αριστερή ή κεντρώα μια πολιτική που θέτει μετ επιτάσεως το θέμα της αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας ώστε η χώρα να διεκδικήσει μια διαφορετική θέση στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας με έμφαση στην πράσινη μετάβαση, την καινοτομία, τα συνεργατικά εγχειρήματα;

Είναι τελικά αριστερό ή κεντρώο να υπερασπιστούμε μια ενεργητική και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, όπως αυτή που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση, και οδήγησε σε μια από τις κορυφαίες παρακαταθήκες του Αλέξη Τσίπρα, στη Συμφωνία των Πρεσπών;

Είναι αυτές τις αρχές και αυτούς τους πολιτικούς στόχους που θέλουμε να υπηρετήσουμε.

Και από αυτές δεν μπορούμε και δεν πρέπει να κάνουμε βήμα πίσω, ακόμα και όταν φαίνεται ότι θα υποστούμε πολιτικό κόστος.

Όχι από κάποια ιδεολογική αδιαλλαξία, που δεν αντιλαμβάνεται τη σημασία του συμβιβασμού όταν χρειάζεται, αλλά γιατί πρέπει να αποτινάξουμε τον πειρασμό της ευκαιριακής πολιτικής.

Διότι αν κάτι χρωστάμε στους πολίτες, είναι να έχουμε σαφές στίγμα.

Αλλά και γιατί κάθε δικό μας βήμα υποχώρησης αφήνει τις ιδέες του αντιπάλου να προελαύνουν.

Αυτό που πρέπει να έχουμε είναι το θάρρος να υπερασπιζόμαστε αυτονόητες αρχές και αξίες για κάθε προοδευτικό και δημοκράτη πολίτη.

Με αυτή τη στρατηγική και στη βάση αυτών των αρχών οφείλουμε τώρα να προχωρήσουμε πιο πέρα.

Να επενδύσουμε στο περιεχόμενο, να εμβαθύνουμε και με τεχνικούς όρους ακόμη, ώστε να προκρίνουμε πολιτικές που μπορούν να καταστήσουν την θέση μας σύγχρονη, αξιόπιστη ,αποτελεσματική.

Στην οικονομία να επεξεργαστούμε και να μιλήσουμε συγκεκριμένα για το πώς θα διαμορφώσουμε ένα αναπτυξιακό μοντέλο και παραγωγικά καινοτόμο, ένα μοντέλο συμπεριληπτικής ανάπτυξης, να μιλήσουμε για μια προοδευτική φορολογική μεταρρύθμιση, για το επενδυτικό περιβάλλον, και την ανάγκη βαθέων τομών και μεταρρυθμίσεων στη δημόσια διοίκηση αλλά και στην ταχύτητα της απονομής της δικαιοσύνης, για στήριξη με συγκεκριμένες πολιτικές συνεργατικών εγχειρημάτων ΜμΕ που μπορούν να πρωταγωνιστήσουν στην οικονομία της γνώσης και της καινοτομίας.

Στην εργασία. Είναι φανερό ότι οι θέσεις μας δεν μπορούν να περιορίζονται στην αποκατάσταση θεσμών του παρελθόντος. Για κάποιους εργαζόμενους έχουν νόημα αλλά για πολλούς δεν σημαίνουν απολύτως τίποτα. Πρέπει να μιλήσουμε για τις σύγχρονες ανάγκες με προωθητικό τρόπο. Να μιλήσουμε για τη «μεγάλη παραίτηση». Για το γεγονός δηλαδή ότι χιλιάδες εργαζόμενοι προσπαθούν να βάλουν οι ίδιοι ένα όριο στις προβληματικές εργασιακές σχέσεις, παίρνοντας το ρίσκο της παραίτησης. Να μιλήσουμε για συγκεριμένες πολιτικές που διασφαλίζουν δικαιώματα στην εργασία για όλους, χωρίς εργαζόμενους δεύτερης κατηγορίας – όπως οι εργολαβικοί, οι διανομείς στις πλατφόρμες και οι ψευδώς αυτοαπασχόλουμενους, να μιλήσουμε για το χρόνο εργασίας, να προσαρμόσουμε τις προτάσεις μας στις τεχνολογικές εξελίξεις ώστε να μην ώστε δημιουργούνται γκρίζες ζώνες στην προστασία.

Στην εξωτερική πολιτική: Να υπερασπιστούμε μια προοδευτική εξωτερική πολιτική.

Που προασπίζεται την κυριαρχία και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και χρησιμοποιεί το διεθνές δίκαιο για να επιλύουμε ειρηνικά διαφορές με τους γείτονές μας.

Σε ό,τι αφορά τη σχέση μας με την Τουρκία, αποδείχθηκε τα προηγούμενα χρόνια ότι μόνο οι εξοπλισμοί και οι αμυντικές συμφωνίες δεν αρκούν για να αποκτήσει το αίσθημα ασφάλειας ο Έλληνας πολίτης.

Επιπλέον αποδείχθηκε για μια ακόμη φορά μετά τις Πρέσπες ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν διστάζει να επιτεθεί στους πολιτικούς του αντιπάλους με όρους πατριδοκαπηλίας, για να μας παρουσιάσει ως “εθνική εξαίρεση”.

Αυτές είναι οι λογικές που συνέβαλλαν και στην άνοδο της ακροδεξιάς στην Ελλάδα. Εμείς δεν θα ακολουθήσουμε αυτόν τον επικίνδυνο δρόμο. Στα ελληνοτουρκικά στεκόμαστε απέναντι σε προτάσεις που κινούνται εις βάρος των συμφερόντων της χώρας. Αλλά στεκόμαστε και απέναντι στην λογική της αδράνειας και της αναβλητικότητας που μας οδηγεί σε αδιέξοδα και κινδύνους.

Η επανεκκίνηση του διαλόγου με την Τουρκία σε συνέχεια της δυναμικής που δημιουργήθηκε μετά τους σεισμούς είναι θετική εξέλιξη. Αλλά χρειαζόμαστε έναν συγκροτημένο διάλογο στη βάση του διεθνούς δικαίου.
Που δεν θα περιορίζεται σε απλή ανταλλαγή επισκέψεων αλλά θα βασίζεται στην ανάπτυξη Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης.

Που θα έχει σαφείς κόκκινες γραμμές, σαφή προοπτική την προσφυγή στη Χάγη για υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ και θα εντάσσει τα ελληνοτουρκικά στις ευρωτουρκικές σχέσεις.

Αναμένουμε άμεσα ενημέρωση και ξεκάθαρες απαντήσεις από την Κυβέρνηση για την συνάντηση με τον κ. Ερντογάν διότι οι δηλώσεις Μητσοτάκη δημιούργησαν σοβαρά ερωτηματικά.

Θα μπορούσα συντρόφισσες και σύντροφοι να επεκτείνω τον κατάλογο.

Αλλά θέλω να καταστήσω σαφές το εξής: Εδώ, σήμερα, δεν καταθέτουμε ξεχωριστές προγραμματικές πλατφόρμες. Οι κατευθύνσεις μας είναι και θα πρέπει να είναι κοινές. Προφανώς θα υπάρχουν επιμέρους διαφωνίες, όμως αυτές είναι στο επίπεδο των αποχρώσεων. Οι προγραμματικές μας θέσεις είναι και θα είναι αποτέλεσμα συλλογικών επεξεργασιών και που μας δεσμεύουν και θα μας δεσμεύουν όλους.

Αυτό που έχει σημασία είναι επιβεβαιώνοντας τις αρχές μας, που δίνουν το ξεκάθαρο στίγμα μας, να αποφασίσουμε μια μεθοδολογία δουλειάς.

Κι εδώ πρέπει να αποφύγουμε την παγίδα της προχειρότητας. Χρειάζεται γνώση, τεχνική επάρκεια και αξιοποίηση των ειδικών σε κάθε πεδίο.

Όχι για να μας πουν τί να κάνουμε, αλλά για να κάνουμε πράξη αυτό που πολιτικά επιδιώκουμε.
Με άμεσο στόχο να εμπνεύσουμε ξανά.

Να ασκήσουμε δημιουργική αντιπολίτευση σήμερα.

Να διευρύνουμε τα όρια του εφικτού, ώστε να γίνουμε αύριο η ρεαλιστική και αποτελεσματική διακυβέρνηση για τους πολλούς.

Πιστεύω βαθιά πως είμαστε ικανοί για ένα τέτοιο εγχείρημα.

Η ηγεμονία της ΝΔ μπορεί να αντιστραφεί.

Η ΝΔ επένδυσε σε μια κοινωνία χαμηλών, εν μέρει και μηδενικών προσδοκιών. Εκ των πραγμάτων αυτή η συνθήκη, δεν θα είναι επ’ αόριστον ανεκτή.

Αλλά ακόμη κι αυτές οι υποσχέσεις που έδωσε, δύσκολα θα εκπληρωθούν.

Ο οικονομικός κύκλος λιτότητας που ανοίγει δεν αφήνει πολλά περιθώρια σε μια νεοφιλελεύθερη πολιτική να τις διατηρήσει.

Το μεγάλο ερώτημα είναι ποιον θα βρει η Νέα Δημοκρατία απέναντι της.

Ένα αδύναμο, εσωστρεφή και χωρίς κυβερνητική προοπτική ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ;

Ή έναν ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ προγραμματικά, πολιτικά, και οργανωτικά έτοιμο;

Αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εμάς τους ίδιους.

Χρειαζόμαστε έναν νέο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.

Έναν ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μεθοδικό, αποτελεσματικό, σύγχρονο.

Δεν ξεκινάμε από το μηδέν. Το κόμμα μας έχει διαγράψει μια μεγάλη και πλούσια πορεία.

Έχουμε μια πολύτιμη συλλογική παρακαταθήκη με δύο κορυφαίους σταθμούς υπό την ηγεσία του Αλέξη Τσίπρα:
Τότε που μέσα στην κρίση (2012) επιδιώξαμε να αναλάβουμε τη διακυβέρνηση, και αναλάβαμε (2015) την ευθύνη να βγάλουμε την χώρα από το τέλμα της χρεοκοπίας. Είναι η στιγμή, που ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύει ότι θέλει και μπορεί να είναι κόμμα διακυβέρνησης.

Αλλά και τότε που πήραμε την απόφαση να διευρύνουμε τον ΣΥΡΙΖΑ και να τον μετατρέψουμε σε ένα μεγάλο μαζικό κόμμα.

Αυτά είναι συλλογικές παρακαταθήκες.

Παρακαταθήκες πάνω στις οποίες πρέπει να χτίσουμε την επόμενη μέρα.

Έχουμε όμως και σοβαρές ελλείψεις και σοβαρές παθογένειες.

Διότι το κόμμα μας ακόμα παραμένει μακριά από τις ανάγκες και από τους στόχους που θέτουμε.
Το έχουμε επισημάνει αρκετές φορές, είναι όμως επείγουσα ανάγκη, να αποκτήσουμε αποτελεσματική παρέμβαση στους κοινωνικούς χώρους, στα συνδικάτα, στην αυτοδιοίκηση, στους επιστημονικούς φορείς.

Ταυτόχρονα είναι αναγκαίο να εντάξουμε ουσιαστικά όλους όσοι προσήλθαν στο κόμμα τα τελευταία χρόνια, μετά το κάλεσμα του Αλέξη Τσίπρα, να αποκτήσουν ρόλο, να θέσουμε συγκεκριμένους και μετρήσιμους στόχους στις οργανώσεις και να παρακολουθούμε στενά την πορεία τους.

Θα πρέπει να φέρουμε εμείς τον ΣΥΡΙΖΑ στη ζωή των μελών και των φίλων μας και όχι να περιμένουμε να χωρέσουν όλοι και όλες σε ένα προκατασκευασμένο κοστούμι.

Το καταστατικό που ψηφίσαμε προβλέπει νέα εργαλεία πολιτικής συμμετοχής: όπως το ετήσιο προγραμματικό περιφερειακό forum, για να επεξεργαστούμε τις πολιτικές μας προτάσεις στην περιφερειακή τους διάσταση και να έχουμε μια σταθερή παρουσία στην περιφερειακή πολιτική, όπως οι διαβουλεύσεις (διαδικτυακές και δια ζώσης) για να δώσουμε στα μέλη μας τη δυνατότητα να συζητήσουν σε βάθος θέματα σύνθετα, που δεν εξαντλούνται σε μια παράγραφο και σε μια ψηφοφορία συνεδρίου – πχ πολιτική για τη νεολαία, όπως το Παρατηρητήριο κατά των Διακρίσεων ώστε το κόμμα μας να γίνει πραγματικά εικόνα της κοινωνίας που θέλουμε.

Οφείλουμε να τα αξιοποιήσουμε όλα αυτά.

Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Στο νέο κύκλο που ανοίγει για τον ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ σας καλώ να προχωρήσουμε όχι με το άγχος της δικαίωσης των διαφορετικών μας διαδρομών ή εμπειριών, αλλά επιτυγχάνοντας μια νέα σύνθεση, ώστε να συγκροτήσουμε μια νέα κοινή ταυτότητα, ώστε να δημιουργήσουμε μια νέα πολιτική παράδοση.

Την πολιτική παράδοση του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, ενός νέου σύγχρονου αριστερού κόμματος που μπορεί να είναι ο κορμός, το κέντρο και ο βασικός εκφραστής του δημοκρατικού και προοδευτικού κόσμου.

Να γίνουμε ένα κόμμα που ανοίγει δρόμους, διευρύνει διαρκώς την πολιτική και ιδεολογική επιρροή του, διευρύνει τελικά τον ίδιο το χώρο που θέλει να εκφράσει.

Για να τα πετύχουμε αυτά χρειαζόμαστε: μεθοδικότητα, δέσμευση σε συγκεκριμένους στόχους, συνέπεια αλλά πάνω από όλα ένα κόμμα με δομές.

Ένα κόμμα των δομών και όχι των προσώπων.

Τα όσα είπα αποτελούν αδρές στρατηγικές γραμμές μιας νέας πορείας για το ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, γιατί καμία ατομική συμβολή δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη συλλογική ευφυία του κόμματος.

Αν εμπιστευτούμε και αν επενδύσουμε σε αυτή τη συλλογική ευφυία είμαι πεπεισμένη ότι μπορούμε να πετύχουμε.
Σε ότι με αφορά αναλαμβάνω την ευθύνη να υπηρετήσω με όλες μου τις δυνάμεις αυτή τη νέα προοπτική.

Ευκλείδης Τσακαλώτος: Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ χρειάζεται συνέχεια και τομή, σταθερή και αξιόπιστη ταυτότητα

Την άποψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ χρειάζεται και συνέχεια και τομή τόνισε μιλώντας στη συνεδρίαση της ΚΕ ο Ευκλείδης Τσακαλωτος, υπογραμμίζοντας πως μετά την εκλογική ήττα χρειάζεται «αναστοχασμός, σκέψη και συλλογικότητα».
«Αυτό μπορεί να γίνει» όπως τόνισε, «σε μια πορεία προς το συνέδριο» προσθέτοντας πως το διακύβευμα είναι «να ξέρουμε που θέλουμε να πάμε. Πρέπει να ξέρουμε που θέλουμε να είμαστε το 2026 και άρα να ξέρουμε πως πρέπει να αρχίσουμε να ετοιμαζόμαστε από τώρα για τότε».

Σημείωσε επίσης «ότι δεν υπάρχει ούτε ένας αριστερός, ούτε μια αριστερή που να μην θέλει να απευθυνθεί σε πλατιά ακροατήρια» θέτοντας ως προϋπόθεση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα «πρέπει να το κάνει έχοντας σταθερή και αξιόπιστη ταυτότητα. Και άρα πρέπει να έχεις σαφείς και γνωστές προτεραιότητες».

«Πρέπει να είναι σαφής για τις θέσεις του για την δημόσια και δωρεάν παιδεία, για την υγεία, για το κοινωνικό κράτος» ανέφερε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας πως το κόμμα θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο και με την «φύλαξη των συνόρων αλλά και με το διεθνές δίκαιο και τις ασφαλείς διόδους».

Με τις θέσεις του ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μπορεί να πείσει τον κόσμο, είπε, διευκρινίζοντας πως αυτές τις θέσεις θα πρέπει να τις κάνει ηγεμονικές στην κοινωνία: «Με αυτές τις θέσεις πρέπει να ξαναγίνει κυβέρνηση, με αυτές τις θέσεις να βελτιώσει τις ζωές των ανθρώπων».


Μίλησε επίσης και για τις αλλαγές που συντελούνται στην παγκόσμια πολιτική σκακιέρα. Και είπε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να μην επεξεργαστεί τις αλλαγές αυτές, να μην έχει θέσεις για την βιομηχανική πολιτική, την ανάπτυξη, τα εργασιακά.

Τέλος μίλησε για ένα δημοκρατικό κόμμα των μελών, με λογοδοσία, με διαδικασίες, με όργανα. «Ένα κόμμα με πολιτικό πολιτισμό. Για ένα κόμμα όπου ο πρόεδρος θα πρέπει να είναι πρώτος μεταξύ ίσων. Μίλησε για ομάδες επεξεργασίας των θέσεων και των προτάσεων, ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει τεκμηριωμένες θέσεις σε κάθε ζήτημα».

Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έκλεισε λέγοντας ότι στόχος του είναι να ξαναδώσει στους αριστερούς και τις αριστερές, στα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ την αυτοπεποίθηση, την σιγουριά και την περηφάνια να παλεύουν για τα επιχείρημα τους, τις θέσεις και τις αξίες τους. Για να έχουν ένα αξιόπιστο μεγάλο κόμμα, ένα κόμμα που θα ξαναγίνει κυβέρνηση.

Πολάκης: Δεν θα είμαι υποψήφιος αν δεν αλλάξει το χρονοδιάγραμμα
Συγκεκριμένα όπως τόνισε ο Παύλος Πολάκης στην ομιλία του πως «με βάση τα όσα ανέφερα:

1.Για μένα παρουσιάζεται ως μονόδρομος η σύγκληση ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές, στο οποίο θα εκτεθούν όλες οι απόψεις και θα ληφθούν οι συλλογικές αποφάσεις για το μέλλον του κόμματος. Εννοείται ότι το Συνέδριο θα εκλέξει νέα Κ.Ε., νέα Π.Γ και νέο Γραμματέα και θα δρομολογήσει τη διαδικασία για την εκλογή νέου Προέδρου από τη βάση. Δεν είναι δυνατό να κάνουμε το αντίστροφο, δηλαδή πρώτα να εκλέξουμε το πρόσωπο
που θα ηγηθεί του κόμματος και μετά να αποφασίσουμε το πολιτικό πλαίσιο που αυτός ή αυτή θα κληθεί να εφαρμόσει και να υπηρετήσει.


2.Εάν ακολουθηθεί αυτή η διαδικασία και βέβαια υπάρξει απόφαση του συνεδρίου που να περιλαμβάνει τους άξονες τους οποίους ανέπτυξα παραπάνω, τότε ναι είναι ανοιχτό για εμένα να θέσω υποψηφιότητα για Πρόεδρος του κόμματος.

Ζητώ συγγνώμη από αμέτρητα στελέχη, μέλη και φίλους του ΣΥΡΙΖΑ που καθ΄ όλο το τελευταίο διάστημα με
παρακινούσαν να θέσω υποψηφιότητα, ανεξαρτήτως διαδικασίας και σε κάθε περίπτωση. Δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν έχω μάθει να πορεύομαι αντίθετα από τη συνείδηση και τις απόψεις μου και για αυτό δεν μπορώ να είμαι υποψήφιος σε μια fast track διαδικασία, η οποία δεν πιστεύω ότι θα βοηθήσει τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Bigpost.gr

Ακολουθήστε το Bigpost.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις