Η ομιλία του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας με τίτλο «Το Σύνταγμα της Τροιζήνας του 1827 - Το οριστικό "Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος"»,

Στην ομιλία του, με τίτλο «Το Σύνταγμα της Τροιζήνας του 1827: Το οριστικό “Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος“», στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Δημοτικού Ελεύθερου Ανοιχτού Πανεπιστημίου του Δήμου Κορίνθου, ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Ακαδημαϊκός και Επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ κ. Προκόπιος Παυλόπουλος επισήμανε, μεταξύ άλλων, και τα εξής:

«Πρόλογος

Στο πλαίσιο της Συνταγματικής Ιστορίας μας το Σύνταγμα της Τροιζήνας του 1827 -το οριστικό «Πολιτικν Σύνταγμα τς λλάδος»– προέκυψε από την «θεσμική γέφυρα» την οποία διασφάλισε κανονιστικώς το Σύνταγμα του Άστρους, ήτοι ο «Νόμος τς πιδαύρου» του 1823, όταν η Β΄Εθνοσυνέλευση αναθεώρησε το «Προσωρινν Πολίτευμα τς λλάδος» που είχε θεσπίσει η Α΄ Εθνική Συνέλευση, την 1η Ιανουαρίου 1822.Συγκεκριμένα, ήδη από την 18η Απριλίου 1823 η Β΄ Εθνοσυνέλευση του Άστρους που ψήφισε -κατ’ αναθεώρηση του «Προσωρινο Πολιτεύματος τς λλάδος» του 1822- τον «Νόμον τς πιδαύρου», είχε προαναγγείλει την Γ΄ Εθνοσυνέλευση.  Και τούτο διότι τότε αποφασίσθηκε «ν προσδιορισθῇἘθνικ Συνέλευσις ες νάκρισιν το Πολιτεύματος μετ διετίαν».  Κατ’ εφαρμογή της ως άνω απόφασης, η Γ΄ Εθνοσυνέλευση συγκλήθηκε για την 25η Σεπτεμβρίου 1825.  Όμως, μετά από πολλές καθυστερήσεις εξαιτίας της κακής τροπής του Απελευθερωτικού Αγώνα, η Γ΄ Εθνοσυνέλευση συνήλθε την 6ηΑπριλίου 1826 στην Πιάδα.  Είναι δε αξιοσημείωτο -φυσικά αρνητικώς, και για την οριστικοποίηση της θεσμικής θεμελίωσης του Νεότερου Ελληνικού Κράτους αλλά και για την πορεία του Αγώνα- ότι καθ’ όλο αυτό το χρονικό διάστημα δεν υπήρχε ουσιαστικώς «συνταγματική τάξη» στην απελευθερωμένη Ελλάδα, λόγω μη εφαρμογής του «Νόμου τς πιδαύρου» του 1823.

Ι.Το ιστορικό της κατάρτισης του «Πολιτικο Συντάγματος τς λλάδος»

Τον Αύγουστο του 1826 η Γ΄ Εθνοσυνέλευση διασπάσθηκε, εξαιτίας της ανοιχτής αντιπαράθεσης μεταξύ «αγγλόφιλων» και «γαλλόφιλων».  Και η μεν «αγγλόφιλη» τάση του συνήλθε στην Αίγινα, ενώ η «γαλλόφιλη» -στην οποία προστέθηκε η νεοσύστατη «ρωσόφιλη» τάση- συνήλθε στην Ερμιόνη.

Α. Το χρονικό της διάσπασης της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης

Η αφετηρία της διάσπασης ήταν η εξής:

  1. Οι βασικές αντιρρήσεις

Οι Πληρεξούσιοι που συγκεντρώθηκαν στην Αίγινα υποστήριζαν ότι μόνον η  Επιτροπή της Εθνοσυνέλευσης -την οποία είχε συγκροτήσει η Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου προκειμένου, μεταξύ άλλων, «ν συγκαλέση ες θνικν Συνέλευσιν τος Πληρεξουσίους» (Ψήφισμα Ε΄ της 12ης Απριλίου 1826)-  είχε το δικαίωμα και να προσδιορίσει τον τόπο της νέας Εθνοσυνέλευσης, αλλά και να προσκαλέσει εκείνους μόνο τους Πληρεξουσίους που είχαν συγκροτήσει την Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου «ς συνέχειαν κείνης λογιζομένην».  Οι Πληρεξούσιοι στην Ερμιόνη,  αντιθέτως, υποστήριξαν ότι: «Ἡἀπόφασις τς ν πιδαύρῳἘθνοσυνελεύσεως δν στηρίζετο οτε ες τ νόμιμο οτε ες τ δίκαιον καὶὅτι δι τοτον τν λόγον Συνέλευσις πρεπε ν συγκροτηθῇὅπου πλειονοψηφία θελεν ποφασίσει, καὶὑπ πληρεξουσίων κ νέου κλελεγμένων».

 

  1. Η τελική συμφωνία

Τελικώς, μετά από πολλές διαμεσολαβητικές προσπάθειες του Άγγλου πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη Στράτφορντ Κάνινγκ -πρώτου εξαδέλφου του Τζωρτζ Κάνινγκ- αλλά  και Ελλήνων πολιτικών και οπλαρχηγών αποφασίσθηκε από κοινού, την 17η Μαρτίου 1827, η Εθνοσυνέλευση να συνέλθει  στην Τροιζήνα.  Αξίζει, συναφώς,  να αναγνωσθεί η επιστολή του Γ. Καραϊσκάκη με την οποία,  επιδεικνύοντας  ομοψυχία και συναίνεση, προέτρεψε να συνέλθει η Εθνοσυνέλευση σε τρίτο μέρος,  προτείνοντας την Αίγινα ή την Σαλαμίνα.  Γράφει, λοιπόν,  ο μεγάλος Ρουμελιώτης στρατηγός: «Μὲἀπορίαν μας μεγάλην βλέπομεν τν ναβολν τς συγκροτήσεως τς θνοσυνελεύσεως, καὶὅτι μέχρι τοδε λογοτριβετε περ τόπου, γινόμενοι ες δύο κόμματα ο πληρεξούσιοι τοῦἜθνους, ο μν ες Αγιναν ο δ ες ρμιόνην. Δυσαρεστούμεθα βλέποντες ατ τ δύο κόμματα ν διαφέρωνται πρτον περ το τόπου. τόπος, δελφοί, δν εναι πο νὰἐκτελ τ καλ κα συμφέροντα τοῦἜθνους, λλ τ καλ καὶἀπαθ ασθήματα τν ποκειμένων καὶἡὁμόνοια καὶἀδελφοσύνη π τὰὁποα κρέμαται σωτηρία λων μας, κα εμεθα λοι δελφο καὶἕν θνος. ς λείψη τ Πελοποννήσιοι, Νησιται κα Ρουμελιται, λλὰὅλοι ν νομιζώμεθα νς κα εμεθα» (βλ. Πρακτικά της 9ης Προκαταρκτικής Συνεδρίασης της 31.1.1827 της Εθνοσυνέλευσης της Ερμιόνης).

Β. Οι εργασίες της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης

Η Γ’ Εθνοσυνέλευση της Ερμιόνης πραγματοποίησε δέκα προκαταρκτικές συνεδριάσεις, από την 18ηΙανουαρίου του 1827 ως την 10ηΦεβρουαρίου, και δεκαεπτά τακτικές, που άρχισαν την 11η Φεβρουαρίου και τέλειωσαν την 17ηΜαρτίου του ίδιου έτους.

 

 

  1. Το περιεχόμενο της Διακήρυξης

Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η από 11.2.1827 Διακήρυξη της 1ηςτακτικής Συνεδρίασης της Εθνοσυνέλευσης, την οποίαν υπογράφει ο Πρόεδρός της Γ. Σισίνης. Και τούτο διότι ανιχνεύεται σε αυτή το «πνεύμα»  των «Ηθικών Νικομαχείων» και των «Πολιτικών»  του Αριστοτέλους: «Χωρς ρετς δν εναι δυνατν νὰὑπάρξουν α Πολιτεαι. λλ’ ἡἀρετ γεννται π τν καλν Νομοθεσίαν. Καὶἐπειδ δι’ ατς ο πολται γινόμενοι νάρετοι τείνουσιν ες τν πρς ν ρον τς Πολιτικς Κοινωνίας, ετουν ες τν εδαιμονίαν των, Συνέλευσις ατη παναλαβοσα τς ργασίας της χει κύριον σκοπν ν τελειοποιήσ καθ’ σον δύναται τ Πολίτευμα τοῦἜθνους […]». Περαιτέρω, αξίζει να επισημανθεί ότι κατά τις εργασίες της 13ηςΣυνεδρίασης της Εθνοσυνέλευσης αποφασίσθηκε η βάση του Ελληνικού Πολιτεύματος να είναι Κοινοβουλευτική.

  1. Στην «σκιά» της πολιορκίας της Ακρόπολης

Ωστόσο, τις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης στην Ερμιόνη επισκίασε και απασχόλησε η πολιορκία της Ακρόπολης των Αθηνών. Για τα γεγονότα της πολιορκίας  φρόντισε η  εδρεύουσα στην Αίγινα Διοικητική Επιτροπή της Ελλάδας, με πρόεδρο τον Ανδρέα Ζαΐμη,  να ενημερώνει τους Πληρεξουσίους στην Ερμιόνη, συνοδεύοντας τις επιστολές της με την αλληλογραφία που είχε με τους πολιορκημένους και  παρακινώντας τους να προτρέψουν τους οπλαρχηγούς στην Ερμιόνη να εκστρατεύσουν στην Αθήνα (βλ. Πρακτικά της τελευταίας Προκαταρκτικής Συνεδρίασης της 10ης Φεβρουαρίου 1827).

α) Επίσης, εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η από 7.2.1827 επιστολή της Εθνοσυνέλευσης προς τους πολιορκημένους της Ακρόπολης των Αθηνών. Και τούτο διότι  η επιστολή αυτή  σκοπό είχε, μεταξύ άλλων, να αναδείξει την αδιάκοπη πορεία της συνέχειας  του Ελληνικού Έθνους. Στην επιστολή αυτή αναφέρονται τα εξής: « Συνέλευσις, μα παναλαβοσα τς ργασίας της, εθς στρεψεν τν προσοχήν της ες τν διάσωσιν το φρουρίου τν θηνν, τὸὁποο Σες περασπίζεσθε. θέσις ατη εναι κα θεωρεται προμαχών τς λλάδος˙ νδοξος δι τς ρετς τν θανάτων προγόνων μας, δοξάζεται τώρα κα πάλιν, κα κάμνει νέαν ποχν δι τς γενναίας καὶἡρωικς περασπίσεώς Σας. Κα Σες, νώνοντες τ αματά Σας μ τὴν στάκτην τν Θεμιστοκλέων, τν Κιμώνων, τν Μιλτιαδν, τν λκιβιαδν, τν ριστειδν, τν Περικλέων, παραδίδετε τὰὀνοματά Σας ες τν θανασίαν, ες τν θαυμασμν τν αώνων κα ες τ ελογίας τν γενεν. Καὶἐνῶἡ Πατρς θεωρε εγνωμόνως τος γνας Σας, Συνέλευσις φροντίζει δι τν σωτηρίαν καὶὑπεράσπισιν καὶἀσφάλειάν Σας κα το Φρουρίου» (βλ. Πρακτικά της Α’ τακτικής Συνεδρίασης της Γ΄ Εθνικής Συνέλευσης της 11ης Φεβρουαρίου 1827).

β) Συγκλονιστική είναι και η από 17.2.1827 επιστολή των αγωνιστών του φρουρίου της Ακρόπολης: «Μ μεγάλην οκονομίαν κα στενοχωρίαν ποφέραμε ως τν σήμερον, Μητέρα, δέλφια, στερηθήκαμεν πὸὅλα, μόνο να σιτάρι ξηρν μς μεινεν. Οτε μύλος γερς μς μεινε νὰἀλέσωμεν οτε ξύλα ν ψήσωμεν, σα σπήτια κα καλύβες πο εχαμε καὶἐκαθόμαστε μέσα, κα ατά τα χαλάσαμεν κα τὰἐκάψαμεν δι τ ψωμί. Τώρα δέλφια μείναμεν λοι ες τὰἀνοικτ λαβωμένοι καὶἄρρωστοι καὶἐπίλοιποι. Οἱἄρρωστοι ποθαίνουν δίκως μ τ ν μὴἔχουν τὰἀναγκαα τους, σχεδν τίποτε, τόσον κα λαβωμένοι δν χουν οτε λοιφ οτε ξαντ οτε δεσίματα, λλ βρωμίζουν καὶἀποθαίνουν. Τ λοιπν δελφοί, μες οἱὀλίγοι γεροὶὁπο μείναμεν ες τί ν παραστεκόμαστε; Ες τος ρρώστους; Ες τος πληγωμένους; ες τ τουφέκι; χανόμεθα δέλφια» (βλ. Πρακτικά 8ης Συνεδρίασης της 24ης Φεβρουαρίου1827). Τελικώς, σε μία από τις πιο κρίσιμες στιγμές  της Εθνοσυνέλευσης της Ερμιόνης,λήφθηκε η απόφαση,  στην 2η Συνεδρίαση της 14ης Φεβρουαρίου1827, για την αποστολή  εκστρατευτικού σώματος 4.500 χιλιάδων ανδρών στην Αθήνα, υπό την ηγεσία του Ιωάννη Θ. Κολοκοτρώνη, προκειμένου να συνδράμει τους  πολιορκημένους.

  1. Τέλος καλό όλα καλά

Στις κρίσιμες αυτές στιγμές οι εργασίες της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης στην Ερμιόνη ολοκληρώθηκαν την 17ηΜαρτίου 1827 και οι  Πληρεξούσιοι, με πνεύμα πραγματικής εθνικής συμφιλίωσης, συνήλθαν στην Τροιζήνα, όπου την 1η Μαΐου 1827 ψηφίσθηκε το οριστικό «Πολιτικν Σύνταγμα τς λλάδος».  Η αισιοδοξία που άρχισε να ξαναγεννιέται μετά τα τραγικά γεγονότα της πολιορκίας της Ακρόπολης των Αθηνών και τις διχαστικές τάσεις, οι οποίες είχαν επικρατήσει το προηγούμενο διάστημα, πέρασε  στους στίχους που  τραγουδιούνταν σε όλη την επαναστατημένη Ελλάδα: «Στν Αγίνη δ θ γίνει./Στην ρμιόνη δν τελειώνει./Στο Δαμαλά [Τροιζήνα] πάει καλά./Εκεί θ τελειωθε/καὶἡἙλλάδα θ σωθε»  (Ιωάννου Ηρ. Μάλλωση, Η εν Ερμιόνη Γ’ Εθνοσυνέλευσις, Αθήναι 1930, σ. 18).

  1. Η Εθνεγερσία του 1821 στο στόχαστρο του Μέττερνιχ

Πρέπει να τονισθεί με έμφαση πως το εξαιρετικά φιλελεύθερο, για τα δεδομένα της εποχής, πνεύμα του Συντάγματος, στο οποίο κατέληξε η Γ΄ Εθνοσυνέλευση αποκτά πολύ μεγαλύτερη αξία, αν αναλογισθεί κανείς πόσο επιφυλακτική ήταν ακόμη η συντηρητική πλευρά της Ιεράς Συμμαχίας -παρά τις διαφοροποιήσεις της σε σχέση με τις αρχικές, εντόνως αρνητικές, αντιδράσεις της- έναντι της Εθνεγερσίας του 1821. Άκρως ενδεικτικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα κειμένου του Μέττερνιχ του 1825, λίγο πριν από την ολοκλήρωση των εργασιών της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης (βλ. Αντ. Μπερεδήμα, Διεθνές Δίκαιο και Διπλωματία στα χρόνια της Επανάστασης του 1821, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα, 2021, σελ. 185 επ.): «παναστάσεις ς κεναι τν δύο Χερσονήσων τς Μεσημβρινς Ερώπης, αἱὁποαι δν πεδίωκον τίποτε λιγώτερον παρ τν νατροπν το συνόλου τν θεμελίων κα θεσμν π τν ποίων δράζοντο τ βασίλεια τατα … παρόμοιαι πιχειρήσεις διαφέρουν κατ πολ το κινήματος νς πληθυσμο κατέχοντος τμμα νς μεγάλου Κράτους καὶἀποβλέποντος ες τν πολιτικν νεξαρτησίαν το τμήματος ατο. ἩἙλληνικὴἐπανάστασις μοιάζει πολ περισσότερον μ τς ταραχς αἱὁποαι λαμβάνουν χώραν ν ρλανδί κα αἱὁποαι τν στιγμν ταύτην παναλαμβάνονται κ νέου μ μίαν ντασιν λίαν νησυχητικν δι τν γγλικν κυβέρνησιν παρ μ τ γεγονότα, τὰὁποα φάνισαν τν σπανίαν, τν Πορτογαλίαν κα τν ταλίαν κα τὰὁποα εχον ες πολ μεγαλύτερον βαθμν τ χαρακτηριστικ τς Γαλλικς παναστάσεως κα τς γγλικς το δεκάτου βδόμου αἰῶνος. ἩἙλληνικὴἐπανάστασις παρουσιάζει μάλιστα περισσότερον ναλογίαν μὲἐκείνη τν μερικανικν ποικιν, τν ποίων σκοπς το ὁἀποχωρισμς π τν μητέρα-πατρίδα, ν το δυνατν βεβαίως ν συγκριθῇἡἙλλς πρς τ ερημένας χώρας, τελείως πεχούσης λόγ τς γεωγραφικς της θέσεως τν μεγάλων πολιτικν σωμάτων, ες τν ποία χρεωστον τν παρξιν κα τν πολιτισμόν των. κενο τὸὁποον ναμφιβόλως ταύτισεν κατ κάποιον τρόπον τν πανάστασιν τν λλήνων μ τς λλας παναστάσεις, τν ποίων πήρξαμε μάρτυρες, εναι ἡἐπίδρασις τν ποίαν αἱἐπαναστατικα φατρίαι σκησαν π τν ταραχν τς νατολς, τ πνεμα, αἱἀρχαί, τ σχήματα τὰὁποα α φατρίαι αται νετύπωσαν ες ν κίνημ, τὸὁποον ς πρς τς πρώτας τουφορμάς κα τν ντικειμενικόν του σκοπν φαίνετο ς μὴἔχον σχέσιν πρς τς μηχανορραφίας τς ποίας εχαν ξυφάνη ες τν λοιπν Ερώπην. Καὶἀκόμη πρέπει ν παρατηρήσωμεν τι, ν α θεωρίαι κα συνωμοσίαι, α στρεφόμεναι κατ τν πρώτων βάσεων το παλαιο κοινωνικο συστήματος, πρξαν ες τς παναστάσεις τς σπανίας καὶἸταλίας, ὁἀπροκάλυπτος σκοπς κα τ σπουδαιότερον κίνητρον τν ταραχοποιών, παρεισέφρησαν ς πρόσθετα στοιχεα ες τν πανάστασιν τς λλάδος, δ ρόλος των πρξε πλς δευτερεύων. Ἐὰν φίστατο πόλυτος μοιομορφία [τν κρίσεων], ατη θὰἐδικαιολόγη μλλον θὰἀπήτη ταυτότητα νεργειν μέτρων. Ἐὰν ἡἐπανάστασις τν λλήνων δύνατο σφαλς ν τεθ ες τν δίαν κατηγορίαν μὲἐκείνας αἱὁποαι ναστάτωσαν τν σπανίαν κα τν ταλίαν, α Δυνάμεις δν θ ερίσκοντο καθόλου πρ διλήμματος ποίαν στάσιν ν υοθετήσουν ἡὁμοιομορφία τν νόσων παιτεῖὁμοιομορφίαν φαρμάκωνρα δι τς φαρμογς ες τν πανάστασιν ταύτην τν ρχν αἱὁποαι νέπνευσαν τς Συμμαχικς Δυνάμεις ες τν γνα των κατ τς Νεαπόλεως, το Πεδεμοντίου κα τς σπανίας, τὸἔργο μας καθιστάμενον σως δυσκολώτερον λόγ πλήθους τοπικν περιστάσεων, θὰἦτο ν τούτοις ξίσου πλον κα σταθερόν. Δν νομίζομεν μως τι τοιαύτη περίπτωσις κα μακρν το ν παραδεχθμεν τν πόλυτον μοιομορφίαν τν κατατάσεων, ντλομεν κυρίως λπίδας π τς διαφοράς των δι ν συνδράμωμεν ες τν ερήνευσιν τς λλάδος νευ παραβιάσεως οδεμις τν ρχν, τς ποίας θεωρομεν σανίδα σωτηρίας ες τν καιρν τς καταιγίδος…».

ΙΙ. Η δομή και το περιεχόμενο του «Πολιτικο Συντάγματος τς λλάδος»

    Το Σύνταγμα της Τροιζήνας του 1827 κατά γενική ομολογία -και ανεξάρτητα από τις μετέπειτα περιπέτειες εφαρμογής του λόγω της αρνητικής συγκυρίας που διαμορφώθηκε -θεωρείται ως ένα από τα αρτιότερα στην συνταγματική μας ιστορία, και μάλιστα με βάση τα δεδομένα της εποχής εκείνης.  Τούτο οφείλεται, κατ’ εξοχήν, στα θεσμικά του χαρακτηριστικά, τα οποία αναδεικνύουν την πρώιμη εμπέδωση και επιρροή εξαιρετικά προωθημένων φιλελεύθερων δημοκρατικών ιδεωδών, όπως αυτά είχαν αρχίσει να δημιουργούνται από την θεσμική και πολιτική μήτρα της Γαλλικής Επανάστασης του 1789 και της εξ αυτής προκύψασας Διακήρυξης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη. Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί  -για λόγους που αφορούν την πορεία εξέλιξης του Νεότερου Ελληνικού Κράτους- ότι το Σύνταγμα της Τροιζήνας του 1827, το «Πολιτικν Σύνταγμα τς λλάδος», ήταν εκείνο, το οποίο άνοιξε τον δρόμο για την εκλογή του Ιωάννη Καποδίστρια ως πρώτου Κυβερνήτη του νεοσύστατου ακόμη Ελληνικού Κράτους.  Και τούτο, διότι το Σύνταγμα της Τροιζήνας του 1827 προέβλεπε -δίχως όμως να προσδιορίζει τον τρόπο εκλογής του, παραπέμποντας απλώς σε ειδικό εκτελεστικό νόμο- ως επικεφαλής της Εκτελεστικής Εξουσίας, με ενισχυμένες εξουσίες, μονοπρόσωπο όργανο, τον Κυβερνήτη, του οποίου η θητεία οριζόταν επταετής.

Α. Το φιλελεύθερο πνεύμα των Θεσμών του «Πολιτικο Συντάγματος τς λλάδος»

Από τις μεγάλες -και πάλι για τα δεδομένα και την συγκυρία εκείνης της εποχής- καινοτομίες του «Πολιτικο Συντάγματος τς λλάδος» του 1827, οι οποίες αναδεικνύουν την φιλελεύθερη νοοτροπία του, όσον αφορά τόσο τους Δημοκρατικούς Θεσμούς εν γένει όσο και τα Θεμελιώδη Δικαιώματα του Ανθρώπου, επισημαίνονται, ενδεικτικώς, οι εξής:

  1. Η Δημοκρατική Αρχή

Εμβληματική, στο θεσμικό πλαίσιο του Συντάγματος της Τροιζήνας του 1827, είναι η καθιέρωση ρυθμίσεων, οι οποίες αναδεικνύουν, με ιδιαίτερη έμφαση, τις εγγυήσεις τήρησης της Δημοκρατικής Αρχής.  Μεταξύ αυτών σπουδαιότερες κρίνονται:

α) Πρώτον, οι ρυθμίσεις με τις οποίες καθιερώνεται η αρχή της Λαϊκής Κυριαρχίας.  Ειδικότερα, κατά τις διατάξεις του άρθρου 5 του «Πολιτικο Συντάγματος τς λλάδος», « κυριαρχία νυπάρχει ες τὸἜθνος, πσα ξουσία πηγάζει ξ ατο».  Η επιρροή των ρυθμίσεων αυτών είναι και σήμερα ακόμη εμφανής, αν αναχθεί κανείς στις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 2 και 3 του ισχύοντος Συντάγματός μας: «2. Θεμέλιο το Πολιτεύματος εναι λαϊκ κυριαρχία. 2. λες οἱἐξουσίες πηγάζουν π τν Λαό, πάρχουν πρ ατο κα τοῦἜθνους καὶἀσκονται πως ρίζει τ Σύνταγμα».

β) Δεύτερον, οι ρυθμίσεις με τις οποίες καθιερώνεται η θεμελιώδης αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών.  Συγκεκριμένα, κατά τις διατάξεις του άρθρου 36 του «Πολιτικού Συντάγματος της Ελλάδος», « κυριαρχία τοῦἜθνους διαιρεται ες τρες ξουσίας. Νομοθετικήν, Νομοτελεστικν κα Δικαστικήν». Θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί βασίμως ότι στο σημείο αυτό το Σύνταγμα της Τροιζήνας του 1827, εμφανώς επηρεασμένο από το Σύνταγμα των ΗΠΑ του 1787, υιοθέτησε, προσθέτοντας στοιχειώδεις μηχανισμούς εξισορρόπησης καθεμιάς Εξουσίας, την θεμελιώδη αρχή της  λειτουργίας του Πολιτεύματος μέσω των εγγυήσεων κατάλληλων «θεσμικών αντιβάρων» («Checks and Balances»)

2.Οι σημαντικότερες εγγυήσεις

Προς την ίδια κατεύθυνση πρέπει να επισημανθεί και τούτο:

α) Το «Πολιτικν Σύνταγμα τς λλάδος», καθιερώνοντας τον κανόνα πως κάθε Βουλευτής είχε το «δικαίωμα ν ζητ κα ν λαμβάν τς ναγκαίας πληροφορίας π τς γραμματείας περ παντς πράγματος συζητουμένου ες τν Βουλήν», έθετε τις πρώτες βάσεις του Κοινοβουλευτικού Ελέγχου και, εν τέλει, της κοινοβουλευτικής ευθύνης των μελών της Εκτελεστικής Εξουσίας.

β) Διευκρινίζεται, επίσης, ότι κατά τις διατάξεις του άρθρου 94 του Συντάγματος της Τροιζήνας του 1827 η Βουλή «τροπολογε καὶἀκυρώνει τος νόμους, πλν τν συνταγματικν».  Με τον τρόπο αυτό -πλην άλλων συναφών- καθιερώνεται, εμμέσως πλην σαφώς, και η υπεροχή του Συντάγματος έναντι του τυπικού νόμου και των, υποδεέστερων αυτού, κανονιστικού περιεχομένου κανόνων δικαίου.  Με άλλες λέξεις, το ως άνω Σύνταγμα καθιέρωνε από τότε, με τρόπο ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτο θεσμικώς, την δομή και την ιεραρχία της Έννομης Τάξης.

Β. Η συνταγματική κατοχύρωση των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

Περαιτέρω, το Σύνταγμα της Τροιζήνας του 1827, το «Πολιτικν Σύνταγμα τς λλάδος», διακρίνεται εντόνως και σαφώς για την προσήλωσή του στις προωθημένες φιλελεύθερες ιδέες της εποχής και όσον αφορά τα Θεμελιώδη Δικαιώματα του Ανθρώπου.  Οι ακόλουθες ρυθμίσεις του είναι άκρως ενδεικτικές εν προκειμένω:

1.Το Α΄ Κεφάλαιο

Στο Α΄ Κεφάλαιο, και συγκεκριμένα με τις διατάξεις του άρθρου 1, καθιερώνεται μεν ως επικρατούσα θρησκεία εκείνη της «ρθοδόξου κκλησίας το Χριστο», όμως εξίσου καθιερώνεται ρητώς, ως θεμελιώδες δικαίωμα, η Θρησκευτική Ελευθερία: «Καθες ες τν λλάδα παγγέλλεται τν θρησκεία του λευθέρως, κα δι τν λατρείαν ατς χει σην περάσπισιν».

  1. Το Γ΄ Κεφάλαιο

Στο Γ΄ Κεφάλαιο, και υπό τον τίτλο «Δημόσιον δίκαιον τν λλήνων», εισάγεται, με εξαιρετικά προοδευτικό πνεύμα, σειρά ρυθμίσεων περί βασικών γενικών αρχών με συνταγματική ισχύ καθώς και περί των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μεταξύ των οποίων δεσπόζουσα είναι η θέση:

α) Της κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 αρχής της Ισότητας: «λοι οἱἝλληνες εναι σοι νώπιον τν νόμων». Οι επόμενες διατάξεις του Κεφαλαίου τούτου εξειδικεύουν την αρχή της Ισότητας, υιοθετώντας εγγυήσεις:

α1) Αναφορικά με την αρχή της Αξιοκρατίας, κατά τις διατάξεις του άρθρου 8: «λοι οἱἝλληνες εναι δεκτοὶἕκαστος κατ τ μέτρον τς προσωπικς του ξίας, ες λα τ δημόσια παγγέλματα, πολιτικ κα στρατιωτικά».

α2) Αναφορικά με την αρχή της Ισότητας ενώπιον των δημόσιων βαρών, κατά τις διατάξεις του άρθρου 10: «Α εσπράξεις διανέμονται ες λους τος κατοίκους τς πικρατείας δικαίως, καὶἀναλόγως τς περιουσίας κάστου. Καμμία δ εσπραξις δν γίνεται χωρς προεκδεδομένον νόμον, κα κανες νόμος περ εσπράξεως δν κδίδεται εμ δι’ ν κα μόνον τος».

β) Της κατά τις διατάξεις του άρθρου 11 προσωπικής ελευθερίας: « νόμος σφαλίζει τν προσωπικν κάστου λευθερίαν κανες δν μπορε νὰἐναχθῇἢ φυλακωθ εμ κατ τος νομικος τύπους».

γ) Του κατά τις διατάξεις του άρθρου 17 δικαιώματος στην ιδιοκτησία, με παράλληλη μάλιστα εισαγωγή εγγυήσεων για την δυνατότητα αναγκαστικής απαλλοτρίωσης: « Κυβέρνησις μπορε ν’ παιτήσ τν θυσίαν τν κτημάτων τινός, δι δημόσιον φελος, ποχρώντως ποδεδειγμένον, λλ δι προηγουμένης ποζημιώσεως».

δ) Της κατά τις διατάξεις του άρθρου 19 αρχής της μη αναδρομικότητας του νόμου: « νόμος δν μπορε νὰἔχῃὀπισθενεργν δύναμιν».

ε) Του κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 δικαιώματος του αναφέρεσθαι: «Καθες δύναται ν’ ναφέρεται πρς τν Βουλν γγράφως, προβάλλων τν γνώμην το περ παντς δημοσίου πράγματος».

στ) Της κατά τις διατάξεις του άρθρου 26 ελευθερίας του Τύπου: «ΟἱἝλληνες χουσι τ δικαίωμα χωρς πρὸἐξέτασιν ν γράφωσι, κα ν δημοσιεύωσιν λευθέρως δι το τύπου ἢἀλλέως τος στοχασμος κα τ γνώμας των, φυλάττοντες τος κολούθους ρους: α΄ Ν μν ντιβαίνωσιν ες τὰἀρχς τς χριστιανικς θρησκείας. β΄ Ν μν ντιβαίνωσιν ες τν σεμνότητα. γ΄ Νὰἀποφεύγωσι πσαν προσωπικν βριν κα συκοφαντίαν».

3.Η κατάργηση των τίτλων ευγενίας

Τέλος -καίτοι τούτο ενέχει περισσότερο συμβολική αξία- είναι χαρακτηριστικό ότι οι διατάξεις του άρθρου 27 διακηρύσσουν, πανηγυρικώς και εκτενώς, την απαγόρευση απονομής τίτλων ευγενείας: «Κανένας τίτλος εγενείας δν δίδεται π τν λληνικ πολιτείαν κα κανες λλην ες ατν δν μπορε, χωρς τν συγκατάθεσιν το Κυβερνήτου, ν λάβῃὑπούργημα, δρον, μοιβήν, ξίωμα, τίτλον παντς εδους π κανένα μονάρχην, γεμόνα ἢἀπὸἐξωτερικν πικράτειαν».

ΙΙΙ. Η «αδύνατη» εφαρμογή του «Πολιτικο Συντάγματος τς λλάδος»

Πριν την ψήφιση του «Πολιτικο Συντάγματος τς λλάδος», την 1ηΜαΐου 1827 κατά τα προαναφερόμενα, η Γ΄ Εθνοσυνέλευση είχε προχωρήσει, προσβλέποντας σε άμεση εφαρμογή του, στην επιλογή ενός συστήματος Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας μ’ επικεφαλής μονοπρόσωπο όργανο, τον «Κυβερνήτη της Ελλάδος». Ειδικότερα, την 27ηΜαρτίου 1827 η Γ΄ Εθνοσυνέλευση αποφάσισε, ομοφώνως, « Νομοτελεστικ δύναμις ν παραδοθε ες να κα μόνον», προκειμένου ν’ αποφευχθούν στο μέλλον «σα κακὰἐπήγασαν ες τ διάστημα τοῦἑπταετος γνος … π τν πολυμέλειαν τς Νομοτελεστικς Δυνάμεως». Τα πράγματα εξελίχθηκαν ταχύτατα, και με πρωτοβουλία κυρίως του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη εκλέγεται ομοφώνως –με το Ψήφισμα ΣΤ΄– την 3η Απριλίου 1827, από την Γ΄ Εθνοσυνέλευση, ως «Κυβερνήτης τς λλάδος» ο Ιωάννης Καποδίστριας. Ταυτοχρόνως, με το Θ΄ Ψήφισμα η Γ΄ Εθνοσυνέλευση συγκρότησε μεταβατική τριμελή «ντικυβερνητικν πιτροπήν», με περιορισμένες αρμοδιότητες, ως την έλευση στην Ελλάδα του Ιωάννη Καποδίστρια, η οποία «μπεπιστευμένη τν νομοτελεστικν δύναμιν, θέλει κυβερνήσει τὸἜθνος… διάρκεια τς ντικυβερνητικς πιτροπς προσδιορίζεται χρι τς φίξεως το Κυβερνήτου, τε ἡἘπιτροπ παύει». Επισημαίνεται, ότι το σκεπτικό της επιλογής του Ιωάννη Καποδίστρια, ως πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας, είναι άκρως ενδεικτικό του ότι τελική ομολογημένη πρόθεση των Αγωνιστών της Εθνεγερσίας ήταν η τοποθέτηση, ως επικεφαλής του Νεότερου Ελληνικού Κράτους, όχι μονάρχη αλλά«Κυβερνήτη», δηλαδή κρατικού οργάνου που κυβερνά όχι «λέ Θεο», αλλά με βάση το Σύνταγμα και την εκτελεστική του νομοθεσία. Επιπλέον δε προσώπου Ελληνικής καταγωγής, με καθαρώς πολιτικά χαρακτηριστικά. Άκρως ενδεικτικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα του ως άνω ΣΤ΄ Ψηφίσματος της 3ης Απριλίου 1827: «ἩἘθνικ Συνέλευσις, θεωρεῖὅτι ἡὑψηλ τέχνη του κυβερνν την Πολιτείαν κα φέρειν πρς εδαιμονίαν τὰἜθνη, ἡἐξωτερικ καὶἐσωτερικ πολιτική, παιτε πολιτικν περαν κα πολλ φτα, τὰὁποα βάρβαρος θωμανς δν πέτρεψε ποτ ες τος λληνες. Θεωρεῖὅτι παιτεται πί κεφαλς τς λληνικς Πολιτείας κατ πρξιν κα θεωρίαν πολιτικς λλην, δι ν κυβερνήσει κατ τν σκοπν τς πολιτικς κοινωνίας».

Α. Η έλευση του Ιωάννη Καποδίστρια στην Ελλάδα και η ανάληψη των καθηκόντων του

Την 8η Ιανουαρίου 1828 ο Ιωάννης Καποδίστριας φθάνει στην Ελλάδα, στο Ναύπλιο. Ανέλαβε τα καθήκοντά του την 11η Ιανουαρίου 1828 στην Αίγινα, όταν του μεταβιβάσθηκε η Εκτελεστική Εξουσία από την «Αντικυβερνητικήν Επιτροπήν». Η ορκωμοσία του ως πρώτου «Κυβερνήτη της Ελλάδος» πραγματοποιήθηκε την 26η Ιανουαρίου 1828. Η κατάσταση που αντιμετώπισε, ευθύς εξ αρχής, ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν, κατά την επιεικέστερη έκφραση, δραματική. Αντί άλλης περιγραφής αρκεί το εξής απόσπασμα από τα «Απόλογα του Καποδίστρια» του Γ. Τερτσέτη, όπου καταγράφεται συνομιλία του Κυβερνήτη με τον Γεωργάκη Μαυρομιχάλη: «Εναι καιρο πο πρέπει ν φορομε λοι ζώνη δερματένια κα ν τρμε κρίδες κα μέλι γριο. Εδα πολλ ες τν ζωήν μου, λλ σν τ θέαμα ταν φθασα δ στν Αγινα δν εδα κάτι παρόμοιο ποτέ, καὶἄλλος ν μν τὸἰδε… Ζήτω Κυβερνήτης, φώναζαν γυνακες ναμαλιασμένες, νδρες μ λαβωματις πολέμου, ρφαν γδυτά, κατεβασμένα π σπηλιές. Δν ταν τ συναπάντημά μου φων χαρς, λλ θρνος».

 

1.Κατάσταση έκτακτης ανάγκης

Ουδείς, λοιπόν, μπορεί να αμφισβητήσει, με τεκμηριωμένα ιστορικά δεδομένα, ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας είχε να αντιμετωπίσει μια κατάστασηπραγματικής έκτακτης ανάγκης, μέσα στο πλαίσιο της οποίας έπρεπε ναπάρει, χωρίς χρονοτριβή, αποφάσεις στοιχειώδους ανάταξης της Ελλάδαςπροκειμένου να συνεχίσει τον Αγώνα της Απελευθέρωσης και να επιδιώξειτην ανακούφιση του δεινώς χειμαζόμενου πληθυσμού. Και ναι μεν, όπως ήδη τονίσθηκε, το «Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος» συνιστούσε ένανθεσμικώς άψογο «Καταστατικό Χάρτη» για την οργάνωση μιας σύγχρονηςΑντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας με επικεφαλής τον «Κυβερνήτη της Ελλάδος». Πλην όμως είναι, και σήμερα, προφανές ότι η πλήρης και συνεπήςεφαρμογή του, υπό τις συνθήκες της εποχής, ήταν ουσιαστικώς αδύνατη.

α) Μια λύση θα ήταν η κατά περίπτωση εφαρμογή του «Πολιτικο Συντάγματος τς λλάδος», κάτι όμως το οποίο αφενός δεν συνάδει προς την ίδια την φύση κάθε σύγχρονου Συντάγματος –αυθαίρετη εφαρμογή του Συντάγματος à lacarte ισοδυναμεί με υποβάθμιση και, εν τέλει,αναίρεσή του στην πράξη– και, αφετέρου, ήταν εντελώς αντίθετη προς την νοοτροπία του Ιωάννη Καποδίστρια. Στην νοοτροπία του πρώτουΚυβερνήτη της Ελλάδας, με βάση και τον ασυμβίβαστο –όπως είχε φανεί καθαρά σε όλη την πολιτική διαδρομή του– χαρακτήρα του,ταίριαζετο «saluspopulisupremalexesto». Αυτοί είναι οι λόγοι για τους οποίουςο Ιωάννης Καποδίστριας έκρινε, αμέσως, απαραίτητη την αλλαγή τουτρόπου οργάνωσης και λειτουργίας του Πολιτεύματος έτσι ώστε, συγκεντρώνοντας εν πολλοίς στα χέρια του την κρατική εξουσία, από την μιαπλευρά να λάβει τις αναγκαίες μεγάλες αποφάσεις για την «Σωτηρίαν τς Πατρίδος». Και, από την άλλη πλευρά, να καταδείξει στο εξωτερικό -καιιδίως προς την «ερ Συμμαχία», που καραδοκούσε για να δείξει ότι τοΕλληνικό Κράτος-Έθνος δεν μπορούσε να οργανωθεί και να λειτουργήσει– πως το εγχείρημα θεμελίωσης του Νεότερου Ελληνικού Κράτους δενήταν «γώνισμα ς τ παραχρμα κούειν».

β) Με επιδέξιους αποφασιστικούς χειρισμούς, ο Ιωάννης Καποδίστριας έπεισε την Βουλή για την κρισιμότητα των καιρών. Και έτσι, με τοΨήφισμα ΝΗ΄ της 18ης Ιανουαρίου 1828, η Βουλή αποδέχθηκε και ενέκρινετην εισήγηση του Κυβερνήτη για «σχέδιον μεταβολς διοικήσεως προσωρινς», με το ακόλουθο αιτιολογικό: «πειδὴὁ παρ τοῦἙλληνικοῦἜθνους μπεπιστευμένος τὰἡνία τς Κυβερνήσεως Κύριος ωάννης Α. Καποδίστριας φθασεν ες τν λλάδα· πειδ α δεινα τς Πατρίδος περιστάσεις καὶἡ διάρκεια το πολέμου δν συγχώρησαν, οτε συγχωροσι τν νέργειαν τοῦἐν Τροιζήνι πικυρωθέντος καὶἐκδοθέντος Πολιτικο Συντάγματος καθ’ λην ατο τν κτασιν· πειδὴἡ σωτηρία τοῦἜθνους εναι ὁὑπέρτατος πάντων τν Νόμων· καὶἘπειδὴἡ Βουλὴἀνεδέχθη παρ τν Λαν τν πρόνοιαν τς αυτν σωτηρίας· Βουλ μόνον σκοπν χουσα τ ν σωθῇἡἙλλάς, καὶὡς ερώτερόν της χρέος θεωροσα τοτο, κα τν εδαιμονίαν τοῦἙλληνικοῦἜθνους τοῦὁποίου νεπιστεύθη τν φροντίδα· Καὶἐπειδὴὁ Κυβερνήτης πρόβαλε σχέδιον μεταβολς Διοικήσεως προσωρινς». Υπό τις συνθήκες αυτές ανεστάλη η εφαρμογή του «Πολιτικού Συντάγματος της Ελλάδος». Η Βουλή ουσιαστικώς αυτοκαταργήθηκε- «ποτίθεται Βουλή, τὸὁποον νέλαβε χρέος τς νομοδοτικς ξουσίας»– και οργανώθηκε «προσωριν Διοίκησης τς πικρατείας». Η νομοθετική εξουσία περιήλθε στον Κυβερνήτη και ιδρύθηκε συμβουλευτικόσυλλογικό όργανο, το «Πανελλήνιον». Το όργανο αυτό αποτελούσαν 27μέλη που διόριζε ο Κυβερνήτης και διαιρείτο σε τρία τμήματα, με ειδικότερα για καθένα αντικείμενα τις γνωμοδοτήσεις προς τον Κυβερνήτη επίοικονομικών θεμάτων, θεμάτων περί τα εσωτερικά ζητήματα και περί ταζητήματα για τις Ένοπλες Δυνάμεις, πριν από την λήψη εκ μέρους του τωντελικών αποφάσεων με την μορφή ψηφισμάτων.

γ) Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας λειτουργεί εφεξής ως μονοπρόσωπο κυβερνητικό όργανο, επικουρούμενος από τον «Γραμματέα τς πικρατείας» –πρώτος ορίσθηκε ο Σπυρίδων Τρικούπης, προσκείμενος στο «αγγλικό κόμμα»– και από ένα στοιχειώδες Υπουργικό Συμβούλιο, του οποίου τα μέλη «παραδέχονται τν διεύθυνσιν το Κυβερνήτου τς λλάδος ες τὰἐμπιστευθέντα ες ατος ργα». Όταν ολοκληρώθηκαν αυτές οι θεσμικές διεργασίες, ο Ιωάννης Καποδίστριας αποφάσισε την σύγκληση, από κοινού με την Βουλή, της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης, εντός του Απριλίου του 1828 για την θέσπιση νέου Συντάγματος. Στο μεταξύ διευκρινίσθηκε ότι γίνεται αποδεκτό «σύστημα προσωρινς Κυβερνήσεως, θεμελιωμένου, ν τοσούτ, πάνω ες τς βάσεις τν πράξεων τς πιδαύρου, τοῦἌστρους κα τς Τροιζνος».

δ) Στο σημείο αυτό, ως στοιχείο της μεγάλης προσφοράς του ΙωάννηΚαποδίστρια στην ολοκλήρωση της προσπάθειας δημιουργίας του Νεότερου Ελληνικού Κράτους, πρέπει να επισημανθεί και το εξής ιστορικόδεδομένο: Κατά την Συνδιάσκεψη των Πληρεξουσίων των Τριών Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας) στο Λονδίνο –20 Ιουνίου/2 Ιουλίου 1828–μεταξύ άλλων δόθηκαν κοινές οδηγίες προς τους αντίστοιχους πρέσβειςγια την έναρξη διαπραγματεύσεων και με την Ελλάδα, ιδίως ως προς τονκαθορισμό των ορίων του υπό ίδρυση Νεότερου Ελληνικού Κράτους. Μεεμπιστευτικό υπόμνημά του προς τους πρέσβεις –κατά την Συνδιάσκεψητου Πόρου την 12ηΔεκεμβρίου 1828– ο Ιωάννης Καποδίστριας πρότεινεσυγκεκριμένα όρια μέσ’ από μια οξυδερκέστατη ανάλυση, η οποία στηριζόταν βεβαίως στην «αρχή της αυτοδιάθεσης» (ή «αρχή των εθνοτήτων»),πλην όμως προσέθετε περιοχές που ήταν απαραίτητες για την, υπό όρουςδιάρκειας, ασφάλεια του Ελληνικού Κράτους. Χαρακτηριστικά είναι ταακόλουθα αποσπάσματα του υπομνήματος αυτού του Ιωάννη Καποδίστρια (βλ. Αντ. Μπερεδήμα, Διεθνές Δίκαιο και Διπλωματία στα χρόνιατης Επανάστασης του 1821, όπ. παρ. σελ. 12 επ.):

δ1) «Τ περὶὁρίων σπουδαιότατο ζήτημα θέλει λυθε συμφωνότατα πρς τν λογικ κα τν σκοπν τς συνθήκης, ν ἡὀροθετικ γραμμ χωρίση π τς θωμανικς κυριότητος μόνον τς παρχίας κα τς νήσους που ἡἀρχ τς π τὸἐν ατῷἀσυμβίβαστον συνυπάρξεως τν δύο λαν κριβέστατα προσαρμόζεται, τν λλήνων πολὺὑπερεχόντων τν Τούρκων κατ τ πλθος».

δ2) «Τ μάλιστα περιωρισμένα ρια τς λλάδος θελον εσθαι τὰἀπ το Κόλπου το Βόλου ρχόμενα, καὶἀφήνοντας μν ες τος Τούρκους τν Θεσσαλίαν κα πολλ τς πείρου μέρη, δι δ τν σχυροτάτων σων νεστι ρεινν τόπων φθάνοντα ες Σαγιάδα. Καὶὅμως τοιαύτη ροθεσία θελε παραδώση ες τος Τούρκους παρχίας τ πλεστον κα χρησιμώτατον μέρος τν κατοίκων χούσας ξ λλήνων».

δ3) «πειδ πολλοὶἀπ τος κατοίκους τν περιοχν ατν (πειρος, Θεσσαλία) συστρατεύονται στν λλάδα μ τος π οκταετία πολεμήσαντες τος Τούρκους συμπατριώτας τους, πς οἱἀδελφο ατν πο μένουν κε θ μποροσαν νὰὑποφέρουν στὸἑξς ν θεωρήσουν ποφερτ τν Τούρκων δεσποτείαν; Καί, ν πάλι δεχθομε ατος ες τν λληνικὴἐπικράτειαν μπορομε ν τος κρατήσουμε ντς τν χαραγμένων ρίων; ἢἐπειδ θὰἔχουν ατο τν σφοδρν πιθυμίαν νὰἀπολαύσουν τς στίες τους, δν θὰἐφαρμόσουν καὶἀνοίξουν κα πάλι τν πόλεμο σ’ κενες τς παρχίες που ο καπετάνιοι ατν ζον δ κα αἰῶνες π τν τέχνη τν πλων κα τν λλων παρεπομένων;».

δ4)« φυσικωτάτη ροθεσία ξ ς μόνον θελεν ποκτήσει νέα πικράτεια τν προσήκοντα σχηματισμν πρς προφύλαξιν π τν Τούρκων κα πρς ποκατάστασιν ρων γιος διαβιώσεως, θὰἦταν στν μν ξηρὰἡ γραμμὴἀπ τν βάσιν τοῦὈλύμπου στν Θερμαϊκ Κόλπο, δι μέσου τοῦὅρους Χάσια κα Μετσόβου κα Χαρμόβου κα Σαμαρίνας κα Γαρδικίου, στ Παλέρμο, στν δριατικ θάλασσα. ς πρς δ τ νησιά, θ πρέπει ν περιληφθον ντς τν λληνικν ρίων Εβοια καὶἡ Κρήτη, τ νοτιότερο μέρος τς μεθορίου».

δ5) «Τς Κρήτης παρ τν λλήνων κατοχὴἀπαραίτητος φαίνεται πρς σφάλειαν κα το Αγαίου κα τς Πελοποννήσου, διότι, μένουσα ες τν ξουσίαν τν Τούρκων το Μεχμτ λή, δύναται νὰἀποβ ποτ δεινν ρμητήριον χθρικν πιχειρήσεων μετ μεγάλων δυνάμεων κατ τς λλάδος. πειτα, λας τς Κρήτης τι κα σήμερον κατ τν Τούρκων διαμαχόμενος, ν Κρήτη μείνει ες τος Τούρκους, δν θελε συρρεύση ς τς λλάδος τς νήσους; Καὶἐκ τούτου δν θελεν ποπέσει ρα γ πάλιν κοινὴἐμπορία ες τς προλαβούσας συμφοράς;».

  1. Οι «περιπέτειες» της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης

Λόγω της συνέχισης των έκτακτων συνθηκών και της έλλειψης επαρκούςχρόνου για την προετοιμασία, την οργάνωση και την λειτουργία της Δ΄Εθνοσυνέλευσης, με πρωτοβουλία του Ιωάννη Καποδίστρια η σύγκλησήτης αναβλήθηκε. Έτσι, η Δ΄ Εθνοσυνέλευση συνήλθε τελικώς στο Άργος,την 11η Ίουλίου 1829.

α)Έως την θέσπιση του νέου Συντάγματος, η Δ΄ Εθνοσυνέλευση, με τοΒ΄ Ψήφισμα της 22ας Ίουλίου 1829, αποφάσισε την συνέχιση του λεγόμενου «προσωρινού συστήματος» και επικύρωσε το ΝΗ΄ Ψήφισμα της Βουλήςτης 18ηςΙανουαρίου 1828, με το οποίο, όπως προεκτέθηκε, είχε ανασταλείη εφαρμογή του «Πολιτικού Συντάγματος της λλάδος». Κατ’ ουσίαν, δηλαδή, επικύρωσε και όλες τις μετέπειτα πράξεις του Ιωάννη Καποδίστρια,έτσι ώστε να μην υπάρχει αμφισβήτηση ως προς την νομική και πολιτικήτους ισχύ και ως προς τα αποτελέσματα της εφαρμογής τους. Επιπλέον, ηΔ΄ Εθνοσυνέλευση κατήργησε το «Πανελλήνιον» και το αντικατέστησε μενέο συλλογικό σώμα, την «Γερουσία», αποτελούμενη από 27 μέλη.

β) Η Δ΄ Εθνοσυνέλευση ανέθεσε στον Κυβερνήτη, σε συνεργασία μετην Κυβέρνηση και ύστερα από γνώμη της Γερουσίας, την κατάρτισηνέου Συντάγματος, με βάση όμως τις αρχές των πρώτων τριών Εθνοσυνελεύσεων, δηλαδή με βάση τις αρχές του «Προσωρινο Πολιτεύματος τς λλάδος», του 1822, του «Νόμου τς πιδαύρου», του 1823 και του «Πολιτικο Συντάγματος τς λλάδος», του 1827. Στην συνέχεια, και συγκεκριμένα την 2α Αυγούστου 1829, η Δ΄ Εθνοσυνέλευση διέκοψε τις εργασίεςτης και ανέθεσε στον Κυβερνήτη και στην Κυβέρνηση να την συγκαλέσειεκ νέου «μα ποπερατώσ» το σχέδιο του νέουΣυντάγματος. Την 22αΙανουαρίου/3η Φεβρουαρίου 1830 υπεγράφη το Πρωτόκολλο του Λονδίνουκαι οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Ρωσία,αναγνώρισαν διεθνώς την Ελλάδα ως ανεξάρτητο και αυτόνομο Έθνος-Κράτος. Πρόκειται για το μεγαλύτερο –και εν πολλοίς προσωπικό– επίτευγμα του Ιωάννη Καποδίστρια, το οποίο του διασφάλισε την θέση πουδικαίως του αναλογεί στην ιστορία του Νεότερου Ελληνικού Κράτους.Έως την δολοφονία του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια στο Ναύπλιο,την 27η Σεπτεμβρίου 1831, δεν είχε καταρτισθεί, σύμφωνα με τα υπάρχοντα ιστορικά τεκμήρια, κάποιο ολοκληρωμένο σχέδιο Συντάγματος.

Β. Η «νομοτελειακή» πορεία προς την «απόλυτη μοναρχία»

Το θεσμικό και πολιτικό κενό, μετά την δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια, οδηγούσε την τότε ελεύθερη Ελλάδα και το νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος στον όλεθρο της αναρχίας. Πρώτη σκέψη ήταν η σύγκληση νέας Εθνοσυνέλευσης –της Ε΄ κατά σειρά– για την θέσπιση νέου Συντάγματος, δήθεν κατά μια διαθήκη του Ιωάννη Καποδίστρια, την οποία όμως ο Κυβερνήτης ουδέποτε άφησε. Υπό την ανάγκη της επείγουσας κατάστασης, που είχε προκύψει, επικράτησαν οι σκέψεις άμεσης οργανωτικής παρέμβασης, και πάλι δίχως επαρκές συνταγματικό έρεισμα.

  1. Οι θέσεις των Τριών Δυνάμεων –Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας– ως προς το Πολίτευμα της Ελλάδας

Η μέλλουσα να συνέλθει Ε΄ Εθνοσυνέλευση έπρεπε, όπως είναι ευνόητο, να έχει κατά νου και τις απόψεις των Τριών Δυνάμεων –Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας– για την μορφή του οριστικού Πολιτεύματος της Ελλάδας, όπως οι απόψεις αυτές είχαν διατυπωθεί κατά την προαναφερθείσα Συνδιάσκεψη του Πόρου, την 12η Δεκεμβρίου 1828, από τους Πληρεξουσίους τους. Οι ως άνω απόψεις, οι οποίες κατέληγαν σ’ ένα πολιτειακό σύστημα οιονεί «συνταγματικς μοναρχίας», συμπυκνώνονται επαρκώς στα ακόλουθα αποσπάσματα του κειμένου των Πληρεξουσίων (βλ. Αντ. Μπερεδήμα, Διεθνές Δίκαιο και Διπλωματία στα χρόνια της Επανάστασης του 1821, όπ. παρ. σελ. 198 επ.):

α)«δη πὸὀκταετίας οἱἝλληνες δοκίμασαν πολλ σχήματα. λα στηρίζονται, σον φορ τν Κυβέρνησιν ξ νς πολλν προσώπων το περιβάλλοντός των, Κυβέρνησις ατη δν δυνήθη ποτ νὰἀντισταθ ες τν σύγκρουσιν κομμάτων, ες τν λέθριαν πίδρασιν τν τοπικν παραγόντων, ες τν πιρρον τοῦἀναριθμήτου πλήθους τν μεμονωμένων ἢἀτάκτων, αἱὁποαι, εναι ληθές, τι πετέλεσαν τν κυριοτέραν ατίαν τς καταρρεύσεως τοῦὀθωμανικο ζυγο ες τν λλάδα, λλ’ πέβησαν κατόπιν μοιρααι ες τὸἜθνος δι τς ναρχίας, τν ποίαν φεύκτως προκαλοσαν. Πεπεισμένοι κτοτε τι δν δύναται νὰἀνατεθ ες τος δικούς των, χωρς μέσως ν στρέφεται ναντίον των συνασπισμς χιλιάδων ντιλήψεων δυνάμεων κα μ θέλοντες ν διαρκον π’ πειρον αἱἀτυχίαι τς λλάδος, οἱἝλληνες κατηύθυναν τ βλέμματά των πρς τό ξωτερικν καὶἐκάλεσαν τν Κόμητα Καποδίστριαν νὰἡγηθ τν ποθέσεών των […]. λλ’ ναθέτοντες τν Προεδρίαν ες τν Κόμητα Καποδίστριαν, δν δύνατο ν παράσχ ες ατος εμ μόνον πρόσκαιρον ξουσίαν».

β) «ν τούτοις, οαδήποτε κτελεστικὴἘξουσία, σον κανν καὶἂν εναι τὸἄτομον, τὸὁποον τν σκε, δν δύναται ν παράσχῃἐγγυήσεις μεγαλυτέρας ατο διαρκείας ες μίαν χώραν, νθα ζωὴἑνς νθρώπου…δεν θὰἔφθανε νὰἀνασύρ τὸἜθνος π τ βάραθρο τν παντοίων συμφορν, ντς τν ποίων τὸἔρριψε δουλεία πολλν αώνων. Τὰἤθη, τὰἔθιμα, οἱἀναφανέντες ες τν χώρα διοτελες σκοπο κατ τν μακράν τουρκικήν κυριαρχίαν, οτινες καλλιεργήθησαν σν τ χρόνῳὑπ τν πίδρασίν της, εναι πίσης λόγοι, οἱὁποοι σκον μιν τόσον λέθριαν πιρρον π το καθεσττος τς χώρας, στε ἐὰν ες ατος προστεθῇἡ φυσικ κατάστασις τς λλάδος, τ διάφορα στοιχεα, τὰὁποα τν συνθέτουν, τέλος ποικιλία τν τοπικν συμφερόντων, φυσική των συνέπεια, δέον νὰἀναγνωρισθῇὅτι δι ν προληφθῇἡἐπάνοδος τς ναρχίας, τις πὸἔτους συγκρατεται π τν ναγκν το πολέμου, τς παρουσίας τν Συμμάχων Δυνάμεων τούτων… δι ν εναι [οἱἝλληνες] ες θέσιν ν διατηρήσουν μόνοι των τήν πὸὅρους νεξαρτησίαν, τν ποίαν θέλουν τύχει· τέλος, δι ν ερουν ες τν νέαν των πόστασιν μιν σταθερν πόδειξιν τς ρεμίας τς Ερώπης δέον, ς λέχθη, νὰἀναγνωρισθῇὅτι τ σύστημα διαδοχς ες τν Κυβέρνησίν των εναι το μόνον τὸὁποον παρέχει λας ατς τς γγυήσεις».

γ) «Εναι βέβαιον τι οἱἝλληνες θὰἔβλεπον τν καθιέρωσιν το συστήματος τούτου [μοναρχικ μ διαδοχ] χωρς τν φόβον τς πειλς τς λευθερίας των; Ες τν ντίρρησιν ατν οἱἈντιπρόσωποι δίδουν τν πάντησιν τι προτείνοντες τν σχηματισμν μις κληρονομικς ρχς, πόρρω πέχουν του νὰἐξετάσουν τν ποχν τν λλήνων κ τς Νομοθετικς ξουσίας διότι, δη π τ τουρκικ καθεστώς, ξέλεγον οἱἴδιοι τος δημογέροντές των, κα ο προεστοί των εχον ν γένει τ δικαίωμα ν κατανέμουν τος φόρους τος ποίους πήτη Πύλη. Τέλος, π οκταετία, τὸἀντιπροσωπευτικν σύστημα σχύει ες τς διαφόρους τν ργανώσεις καὶἀφωμοιώθη τρόπον τιν πρς τν νέαν των πόστασιν. ΟἱἈντιπρόσωποι φρονον τι θ εναι δικος κα συγχρόνως πικίνδυνος στέρησις ατν. λλ πιστεύεται τι δι τς συμφιλιώσεως το συστήματος τούτου μ τν διαδοχν τς νωτάτης ξουσίας, θὰἐκπληρωθον πλήρως ο πόθοι τν λλήνων καὶὅτι δημόσια τάξις, ρος παραίτητος δι τν εμένειαν τν Αλν ναντι τς λλάδος, θὰἔχη τοιουτοτρόπως σταθερς βάσεις».

  1. Η πρωτοβουλία της Γερουσίας και η σύσταση της «Διοικητικς πιτροπς»

Υπό τα δεδομένα αυτά η πρωτοβουλία πέρασε αμέσως στην Γερουσία,η οποία έκρινε ότι «ς σμα Κυβερνητικόν, χρεωστε ν λάβη πρόνοιαν χωρς μικρς ναβολς περ τς κοινς σφαλείας καὶἡσυχίας, κα περὶἀντικαταστάσεως Κυβερνητικς ρχς».

α) Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η Γερουσία όρισε τριμελή επιτροπή,για ν’ αναλάβει «τα έργα της Κυβερνήσεως προσωρινώς, υπό το όνομα Διοικητική Επιτροπή». Πρόεδρό της διόρισε τον αδελφό του Ιωάννη Καποδίστρια, Αυγουστίνο, και ως μέλη τους Θεόδωρο Κολοκοτρώνη καιΙωάννη Κωλέττη. Η «Διοικητική Επιτροπή» δεσμευόταν «π τς βάσεις τν ψηφισμάτων κα πράξεων τς ν ργει Δ΄ θνοσυνελεύσεως» και είχεως κύριο καθήκον την σύγκληση νέας Εθνοσυνέλευσης, για την θέσπισηΣυντάγματος και, συνακόλουθα, την αποκατάσταση της συνταγματικήςτάξης. Παρά τις έντονες αντιδράσεις του αντικαποδιστριακού ρεύματος,που αμφισβήτησε, ευθύς εξ αρχής, την νομιμότητα της συγκρότησής της,η «Διοικητική Επιτροπή» επιβλήθηκε και, έστω και προσωρινώς, επέβαλεστοιχειωδώς την τάξη.

β) Όπως είχε δεσμευθεί από την απόφαση συγκρότησής της, η «ΔιοικητικὴἘπιτροπή» διεξήγαγε εκλογές για την συγκρότηση Εθνοσυνέλευσης. Μετά τις εκλογές αυτές συνήλθε, την 5η Δεκεμβρίου 1831, στο Άργοςη «Πέμπτη τν λλήνων Συνέλευσις». Η Ε΄ Εθνοσυνέλευση επικύρωσε–και, κατ’ ουσίαν, νομιμοποίησε– το ψήφισμα εκλογής της «Διοικητικς ρχς»– και ανέθεσε, εξ ολοκλήρου, την άσκηση της ΕκτελεστικήςΕξουσίας στον Αυγουστίνο Καποδίστρια, αποδίδοντάς του τον τίτλοτου «Προέδρου τς λληνικς Κυβερνήσεως». Την απόφαση αυτή αμφισβήτησε ο Ιωάννης Κωλέττης, ο οποίος προσχώρησε στους λεγόμενους«συνταγματικούς», που συνεδρίαζαν χωριστά, θεωρώντας εαυτούς «συνέχεια» της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης. Οι «συνταγματικοί», με τον Ιωάννη Κωλέττη, εγκαταστάθηκαν στην Περαχώρα και ανέδειξαν άλλη «Διοικητική Επιτροπή», με Πρόεδρο τον Γεώργιο Κουντουριώτη και μέλη τους ΑνδρέαΖαΐμη και Ιωάννη Κωλέττη. Το νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος γνωρίζει,για μιαν ακόμη φορά –την τρίτη– την πικρή εμπειρία του διχασμού, μέσωδύο διαφορετικών κυβερνητικών σχηματισμών.

γ) Μέσα σε αυτή την ταραγμένη ατμόσφαιρα, η Ε΄ Εθνοσυνέλευση μετέφερε την έδρα της από το Άργος στο Ναύπλιο. Την 15η Μαρτίου 1832ψήφισε νέο Σύνταγμα και διόρισε, μεταβατικώς, τον Αυγουστίνο Καποδίστρια Κυβερνήτη «μέχρι τς λεύσεως το κυριάρχου γεμόνος» και ολοκλήρωσε τις εργασίες της. Ειδικότερα με το ΚΒ΄ Ψήφισμά της, της 15ηςΜαρτίου 1832, η Ε΄ Εθνοσυνέλευση αποφάσισε και τα εξής: «Α. ΝομοτελεστικὴἘξουσία το Κράτους μπιστεύεται προσωρινς ες τν Πρόεδρον τς λληνικς Κυβερνήσεως, Κύριον Α.Α. Καποδίστριαν π τὸὄνομα Κυβερνήτης τς λλάδος, στις θέλει κυβερνήσει μέχρι τς λεύσεως το Κυριάρχου γεμόνος, κατ τος πομένους ρους. Β. Νομοθετικ Δύναμις θέλει νεργεσθαι προσωρινς παρ μις Γερουσίας, συγκροτουμένης π 27 μέλη κα τς Νομοτελεστικς ξουσίας. Γ. Τ μέλη τς Γερουσίας, τις θέλει διαδεχθ την νεστώσαν, θέλουν κλεχθῇἀναλόγως π τν τμημάτων, τ μν 21 κ νς νομαστικο καταλόγου, τὸὁποον θέλει παρουσιάσει Συνέλευσις, τ δ λοιπ 6 θέλει κλέξει κατ’ εθεαν Κυβερνήτης. Δ. Γερουσία εναι μετακίνητος, μέχρις του ὁἩγεμν γκαθιδρύση τήν παρ το Συντάγματος διοριζομένην· ἐὰν δὲἐν τ μεταξ συμβ θάνατος παραίτησις τινς τν μελν, ναπληροῖἄνευ ναβολς τν τόπον ατοῦἄλλος, κλεγόμενος παρ το Κυβερνήτου κ το ατο καταλόγου καὶἐκ το ατο τμήματος». πως εναι προφανές, τ κατ τ’ νωτέρω Ψήφισμα νέτρεψε πλήρως τ θεσμικ κα πολιτικὸὑπόβαθρο το ΣΤ΄ Ψηφίσματος, τς 3ης πριλίου 1827, μ τὸὁποο, πως δη τονίσθηκε, ὁἈρχηγς το Νεότερου λληνικο Κράτους πρεπε ν εναι «λλην».»

δ) Λίγο μετά την ψήφιση του νέου Συντάγματος, η διαμάχη μεταξύ «συνταγματικών» και «κυβερνητικών» οδήγησε στην ένοπλη σύγκρουση του Ισθμού της Κορίνθου, την 25η Μαρτίου 1832, όπου επικράτησαν οι πρώτοι. Ο Αυγουστίνος Καποδίστριας παραιτήθηκε και έφυγε από την Ελλάδα. Ως μόνο νόμιμο όργανο εν λειτουργία, η Γερουσία διόρισε, την 28η Μαρτίου 1832, «ΔιοικητικὴνἘπιτροπήν», με «ισορροπία» των αντιμαχόμενων ομάδων «συνταγματικών» και «κυβερνητικών». Αμέσως μετά τον διορισμό της, η «ΔιοικητικὴἘπιτροπή» ζήτησε από τις Επαρχίες να ορίσουν «πληρεξουσίους» για την συγκρότηση της «Δ΄ κατ συνέχειαν θνικς Συνελεύσεως». Η τελευταία άρχισε τις εργασίες της, την 11η Ιουλίου 1832, στο Άργος και τις συνέχισε στην Πρόνοια του Ναυπλίου. Κατήργησε την Γερουσία και όλες τις πράξεις της Ε΄ Εθνοσυνέλευσης και επικύρωσε, ομοφώνως, την επιλογή του Όθωνος ως «βασιλέως τς λλάδος», με το Β΄ Ψήφισμα της 27ης Ιουλίου 1832. Την 25η Ιανουαρίου 1833 ο Όθων αποβιβάζεται στο Ναύπλιο, όπου του παραδίδει την εξουσία ο Πρόεδρος της ουσιαστικώς ανύπαρκτης «Διοικητικς πιτροπς» Γ. Κουντουριώτης. Η περίοδος της «απόλυτης μοναρχίας», με την μεταβατική διοίκηση της τριμελούς Αντιβασιλείας –Άρμανσμπεργκ, Μάουρερ, Έιντεκ– είχε αρχίσει.

Επίλογος

Το Σύνταγμα που, όπως προεκτέθηκε, θέσπισε η Ε΄ Εθνοσυνέλευση, την 15η Μαρτίου 1832, το οποίο αποκλήθηκε «ηγεμονικόν», υπήρξε απλώς «σχέδιο» Συντάγματος, το οποίο ουδέποτε ίσχυσε, άρα ουδέποτε εφαρμόσθηκε. Και τούτο διότι για να ισχύσει έπρεπε να «καθυποβληθ ες τν Κυρίαρχον γεμόνα τς λλάδος, δι νὰἐπικυρωθ», πράγμα που ουδέποτε συνέβη. Για λόγους καθαρώς ιστορικούς αναφέρεται ότι, κατά το κείμενό του, το Σύνταγμα αυτό πήρε την ονομασία «ηγεμονικόν», διότι οι διατάξεις του άρθρου 53 όριζαν πως «ἡἙλληνικὴἘπικράτεια εναι γεμονία διαδοχική, Συνταγματικ κα Κοινοβουλευτική, νεργουμένου το πολιτικο Κράτους ντιπροσωπευτικς πρ τοῦἜθνους π διαφόρων ρχν». Επρόκειτο για Σύνταγμα που καθιέρωνε τις βασικές αρχές της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, υπό καθεστώς συνταγματικώς περιορισμένης μοναρχίας-ηγεμονίας. Είχε εντόνως επηρεασθεί και από τους συνταγματικούς θεσμούς των ΗΠΑ, ιδίως μέσω της καθιέρωσης δύο αντιπροσωπευτικών σωμάτων, της Βουλής των Αντιπροσώπων και της Γερουσίας, καθώς και μέσω του τρόπου εκλογής τους. Το «Ηγεμονικόν Σύνταγμα» του 1832 είχε έντονα φιλελεύθερα χαρακτηριστικά, ιδίως σε ό,τι αφορά την συνταγματική κατοχύρωση των κυριότερων Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Πέραν του ότι καθιέρωνε νέα ατομικά δικαιώματα, με κυριότερο παράδειγμα εκείνο της κατά τις διατάξεις του άρθρου 46 προστασίας του ασύλου της κατοικίας, η προστασία των δικαιωμάτων ήταν πληρέστερη, σε σχέση με όλα τα προηγούμενα Ελληνικά Συντάγματα, από πλευράς συνταγματικών εγγυήσεων άσκησής τους. Ίσως δε ήταν ακριβώς αυτός ο φιλελεύθερος χαρακτήρας του μηδέποτε ισχύσαντος «Ηγεμονικού Συντάγματος», ο οποίος αποτέλεσε «παράδειγμα προς αποφυγήν» για την μετέπειτα Αντιβασιλεία του Όθωνος αλλά και για τον ίδιο τον Όθωνα, έτσι ώστε να μην υπάρξει οποιοσδήποτε συνταγματικός περιορισμός κατά την άσκηση των βασιλικών του καθηκόντων και να «εδραιωθεί» στην Ελλάδα η ανεξέλεγκτη “ελέω Θεού μοναρχία“.»

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Bigpost.gr

Ακολουθήστε το Bigpost.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Κάνε Like στη σελίδα μας στο facebook