Γιώργος Κατρούγκαλος: Η Ειρήνη αξίζει μια ευκαιρία
Άρθρο του Τομεάρχη Εξωτερικών της Κ.Ο. ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Γιώργου Κατρούγκαλου στην ΑΥΓΗ της Κυριακής.
«Η Ειρήνη αξίζει μια ευκαιρία, δεν φαίνεται όμως να την βρίσκει σήμερα στην Παλαιστίνη και το Ισραήλ. Αντίθετα, έχουμε και πάλι θανάτους παιδιών και μια απροσδόκητη έκρηξη βίας, που μπορεί να εξελιχθεί σε πραγματικό πόλεμο. Την ώρα που γράφονταν οι γραμμές αυτές είχαμε ήδη 94 θανάτους μεταξύ των Παλαιστινίων, 25 από αυτούς μικρών παιδιών, και τουλάχιστον 7 θανάτους Ισραηλινών. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κάλεσε από την πρώτη στιγμή σε άμεση αποκλιμάκωση. Ζήτησε την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου από το Ισραήλ και -χωρίς να εξισώνει τις ευθύνες των δύο μερών- τον τερματισμό της εκτόξευσης ρουκετών από τη Χαμάς.
Η βία ξεκίνησε από την καταστολή σε βάρος Παλαιστινίων που διαμαρτύρονταν για την έξωση των οικογενειών τους από τα σπίτια τους στην περιοχή SheikhJarrah της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, δυνάμει πρόσφατης δικαστικής απόφασης. Κλιμακώθηκε από τα υπέρμετρα και δυσανάλογα μέτρα αστυνόμευσης στο τρίτο πιο ιερό τόπο του Ισλάμ, το τέμενος Αλ Ακσά. Ξέφυγε από κάθε έλεγχο και πήρε διαστάσεις πολεμικής σύγκρουσης με δεκάδες θανάτους, μετά από την εκτόξευση πυραύλων από την Χαμάς (η οποία εκμεταλλεύεται σαφώς τις εξελίξεις για να ενισχυθεί) και τις αεροπορικές επιθέσεις αντιποίνων του Ισραήλ. Επιθέσεις που πλήττουν άμαχο πληθυσμό δεν μπορούν να δικαιολογηθούν από το δικαίωμα άμυνας που έχει κάθε κράτος. Ειδικά δε όταν παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας και συνεχίζονται και μετά από πρόταση για εκεχειρία.
Είναι φανερό όμως ότι η πραγματική αιτία, πίσω από τις επαναλαμβανόμενες συγκρούσεις, είναι η μη εφαρμογή των συμφωνιών του Όσλο και των αποφάσεων του ΟΗΕ για μία δίκαιη και βιώσιμη ειρήνη στην περιοχή. Η ειρηνευτική διαδικασία του Όσλο απέτυχε να μετατρέψει τη σχέση Ισραηλινών-Παλαιστινίων από αυτή μεταξύ μιας κατοχικής δύναμης και ενός υπό κατοχή λαού σε μια συνύπαρξη κράτους με κράτος. Η βασική ευθύνη για τις εξελίξεις βαρύνει το Ισραήλ, το οποίο ακολούθησε μια παράνομη πρακτική εκτεταμένων εποικισμών στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη. Την παραμονή των συμφωνιών του Όσλο, το 1993, ο συνολικός αριθμός των εποίκων στη Δυτική Όχθη ήταν 116.300. Το 2019 ο αριθμός τους εκτοξεύθηκε στις 441.600, ενώ 225.178 επιπλέον έχουν εγκατασταθεί στην Ανατολική Ιερουσαλήμ. Η πρακτική αυτή έχει υπονομεύσει εντελώς την γεωγραφική συνέχεια του μελλοντικού Παλαιστινιακού κράτους και συνιστά ευθεία παραβίαση όχι μόνον των συμφωνιών του Όσλο αλλά και του Ψηφίσματος 2334 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο υποχρεώνει τα τρίτα κράτη να μην αναγνωρίσουν την επέκταση της κυριαρχίας του Ισραήλ στους εποικισμούς αυτούς.
Το χειρότερο είναι ότι σήμερα δεν φαίνεται να υπάρχει σημείο επαφής ή προσέγγισης στις δύο κοινωνίες. Το μέτωπο της ειρήνης στο Ισραήλ έχει σοβαρά εξασθενίσει. Επιπλέον δε έχουμε για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση εξέγερση και των Αράβων του Ισραήλ. Παρόλα αυτά, δεν υπάρχει άλλη ελπίδα για την ειρήνη, πέρα από αξιόπιστες, άμεσες διαπραγματεύσεις για λύση δύο κυρίαρχων κρατών, στη βάση των συνόρων του 1967, με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ για το παλαιστινιακό. Όσο ο Ισραηλινός λαός έχει δικαίωμα στο κράτος, στην κυριαρχία και την ασφάλεια του, άλλο τόσο δικαίωμα έχει και ο Παλαιστινιακός. Η χώρα μας ακολουθεί τα τελευταία χρόνια, ορθώς, μια πολιτική αναβάθμισης των σχέσεων μας με το Ισραήλ. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να εγκαταλείψει την πάγια θέση αρχών για απαρέγκλιτη εφαρμογή του διεθνούς δικαίου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Πρέπει να συνεχίσει να στηρίζει τη λύση των δύο κρατών, και την επανέναρξη άμεσων διαπραγματεύσεων των δύο πλευρών για το σκοπό αυτό. Μέχρι την επίτευξη της, θα πρέπει να υιοθετεί μια προσέγγιση που αναγνωρίζει το δικαίωμα στην ασφάλεια τόσο των Ισραηλινών όσο και των Παλαιστινίων, και θα διασφαλίσει την πλήρη ισότητα δικαιωμάτων όλων όσων ζουν σήμερα εντός της ισραηλινής επικράτειας ή σε περιοχές που ελέγχει το Ισραήλ.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Bigpost.gr
Ακολουθήστε το Bigpost.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις